Scroll Top

Άλλαι Τέχναι

Nίκος Καλλιανιώτης: «Η φωτογραφία είναι το απόλυτο εργαλείο επικοινωνίας»

feature_img__nikos-kallianiotis-i-fotografia-einai-to-apolito-ergaleio-epikoinonias
Ο Νίκος Καλλιανιώτης είναι φωτογράφος και καθηγητής φωτογραφίας. Γεννήθηκε και έζησε στην Ελλάδα μέχρι τα νεανικά του χρόνια, ενώ στη συνέχεια εγκαταστάθηκε στις Η.Π.Α., αρχικά στη Νέα Υόρκη και αργότερα στην Πενσυλβάνια. Ξεκίνησε την καριέρα του με τη φωτοειδησεογραφία. Συνεργάστηκε ως ανεξάρτητος φωτογράφος με το The Times Leader, το Wilkes-Barre της Πενσυλβάνια και, στη συνέχεια, εργάστηκε ως φωτογράφος προσωπικού στο Coshocton Tribune στο Coshocton του Οχάιο και το Watertown Daily Times στο Watertown της Νέας Υόρκης. Σήμερα, είναι Επίκουρος Καθηγητής Φωτογραφίας στο Πανεπιστήμιο Marywood του Scranton, PA και Επίκουρος Καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Drexel της Φιλαδέλφεια. Eίναι μέλος του Oramaphotos.gr καθώς και φωτογράφος στο The New York Times. 

Πότε ξεκίνησες να ασχολείσαι με τη φωτογραφία και με ποια αφορμή;
Περίπου είκοσι χρόνια πριν, όταν μετακόμισα μόνιμα από την Ελλάδα στην Αμερική. Η φωτογραφία έγινε σταδιακά η κινητήριος δύναμη για να εξερευνήσω το περιβάλλον μου μέσα από δύο διαφορετικές οπτικές: την πολιτιστική και την κοινωνική. Χρησιμοποιώ το μέσο για να απαθανατίσω και να ορίσω εκ νέου την ταυτότητά μου, ενώ ταυτόχρονα προσπαθώ να ενταχθώ στην κοινωνία. Η μετανάστευση δεν ήταν προσωπική μου επιλογή· το φωτογραφικό μου στυλ, όμως, είναι. 

Ποιο είναι το είδος της φωτογραφίας που θεωρείς ότι αντιπροσωπεύει τη δουλειά σου;
Ξεκίνησα την καριέρα μου ως φωτογράφος σε εφημερίδα, γεγονός που μου έδωσε την ευκαιρία να εντρυφήσω στις κοινωνίες όπου ζούσα κι εργαζόμουν. Αντιμετώπιζα όλες τις δουλειές ως προσωπικά projects. Όσο περισσότερο φωτογράφιζα τόσο περισσότερο δενόμουν συναισθηματικά με τις παραδόσεις, τις διαφορετικές πολιτιστικές αποχρώσεις και τα δρώμενα της επαρχίας. Από το παιχνίδι bingo και τα πάρτυ στις γειτονιές μέχρι τις παρελάσεις και τις εθνικές επετείους, η εφημερίδα ήταν το μέσο αποτύπωσης της αμερικανικής κοινωνίας, αντανακλώντας υποσυνείδητα το ερώτημα του δικού μου πολιτισμικού διχασμού. Δεδομένου του δημοσιογραφικού μου υπόβαθρου, το οποίο βασίστηκε στην αυθεντικότητα της εικόνας και στην αποτύπωση των στιγμών της ζωής που ξετυλίγονται μπροστά στο φακό, θα έλεγα ότι η δουλειά μου παραμένει πιστή σε μια ρεαλιστική προσέγγιση, σε συνδυασμό με τις τάσεις του φανταστικού που υπάρχουν στον χώρο του street photography. Βέβαια, το σημαντικότερο είναι πως η δουλειά μου πρέπει να προβληματίζει και να αναπαριστά ένα μικρό μόριο των όσων σχηματίζουν και εξακριβώνουν την ταυτότητά μου, αλλά και την ευπλαστότητα της κοινότητάς μου. Προσπαθώ να προσφέρω στον δέκτη μια φευγαλέα ματιά του ποιός είμαι, αφήνοντας την εικόνα ανοιχτή σε ερμηνείες. Δεν με ενδιαφέρει η δημιουργία ενός μονολόγου ή τεχνάσματος, ούτε αναλώνομαι στο να κάνω μια μνημειώδη κατάθεση παγκοσμίου βεληνεκούς μέσω της δουλειάς μου. Χρησιμοποιώ τις παροντικές και παρελθοντικές εμπειρίες μου, που προκύπτουν στους δρόμους που ζω. Μερικές από αυτές είναι ειλικρινείς, άλλες στατικές, ταυτόχρονα εκφραστικές του τόπου και του εαυτού μου.

Τι είναι αυτό που σε κάνει να διαλέξεις τι θα φωτογραφήσεις ή τι θα ξεκινήσεις να δουλεύεις ως project;
Είμαι αυτό που λέμε local photographer. Φωτογραφίζω και εκτός της πόλης που ζω, αλλά, όταν ασχολούμαι με projects μεγάλης διάρκειας, η πρωταρχική μου έμπνευση πηγάζει από τα μέρη όπου ζω και έζησα, καθώς και από τις κοινωνίες που τα περιβάλλουν. Παρότι είναι ιδιαίτερα δελεαστική η ιδέα να επισκέπτομαι μέρη οπτικά θελκτικά, με πληθώρα φωτογραφικών δυνατοτήτων, που θα αποτελούσαν και καλή εξάσκηση, ελκύομαι από τις προκλήσεις των τοποθεσιών χαμηλού προφίλ και από την αναζήτηση της αποκρυπτογράφησης της εικόνας που ταυτίζεται με τον χαρακτήρα τόσο της τοποθεσίας όσο και του φωτογράφου. Για παράδειγμα, εδώ, στο Σκράντον της Πενσυλβανίας, η πρακτική του street photography διαφέρει από εκείνη της Νέας Υόρκης. Πέρα από το γεγονός ότι είσαι μάλλον ο μοναδικός άνθρωπος με κάμερα σε ακτίνα 80 χιλιάδων χιλιομέτρων και οι άνθρωποι είναι καχύποπτοι απέναντί σου, υπάρχουν και στιγμές που προσγειώνεσαι, αφού η καθημερινότητα εδώ δεν είναι ούτε τόσο έντονη ούτε τόσο δυναμική όσο στη Νέα Υόρκη. Αυτό που με συναρπάζει, καθώς δουλεύω το project μου “Electric City” στο Σκράντον, είναι το ότι συναντώ συχνά, αν και τυχαία, τα ίδια άτομα που φωτογράφησα παλαιότερα, κατά της διάρκεια καθημερινών ενασχολήσεων ή όταν πήγαινα στη δουλειά μου. Και μιλάμε πως το Σκράντον έχει πληθυσμό περίπου 75.000 άτομα. Πιστεύω πως αυτό ακριβώς είναι που δημιουργεί μια διαφορετική δυναμική και εντείνει το συναισθηματικό μου δέσιμο με το μέρος. Η Νέα Υόρκη έχει φυσικά τα δικά της προβλήματα. Πώς μπορεί κανείς να δημιουργήσει μια αυτόνομη δουλειά σε ένα μέρος που, εδώ και δεκαετίες, έχει φωτογραφηθεί σε όλες τις πιθανές πτυχές του από πάρα πολλούς φωτογράφους; Το γεγονός πως έχω ζήσει στη Νέα Υόρκη και η επιθυμία μου να γνωρίζω καλά την τοποθεσία και το υποκείμενο είναι η κινητήριος δύναμη του project μου. 

Τι είναι καλή φωτογραφία για σένα; Yπάρχει κάποιος φωτογράφος τη δουλειά του οποίου θαυμάζεις και που πληροί τα κριτήριά σου;
Για μένα, η καλή φωτογραφία είναι εκείνη που εκφράζει την προσωπικότητα και τις εμπειρίες του φωτογράφου, αλλά την ίδια στιγμή αφήνει κι ένα παραθυράκι ανοιχτό προς τον δέκτη για τη δική του ερμηνεία και ταύτιση. Ο Josef Koudelka είναι ένας φωτογράφος που ενσωματώνει όλα αυτά τα στοιχεία στο έργο του. Το βιβλίο του “The Exiles” είναι καταπληκτικό! Μπορείς να βιώσεις το υπόβαθρο του φωτογράφου σε κάθε μία από τις φωτογραφίες, ιδιαίτερα αν είσαι εξοικειωμένος με το στυλ και τον τρόπο ζωής του. Με δυο λόγια, θα ήθελα η καλή φωτογραφία να μου παρέχει την εμπειρία του κόσμου που απεικονίζει αλλά και του δημιουργού της. 

Το τελευταίο σου Project έχει τίτλο “Μotherland” και, από όσο γνωρίζω, είναι σε εξέλιξη. Σε αυτό καταγράφεις εικόνες της Ελλάδας της κρίσης και όχι μόνο. Θες να μας πεις δυο λόγια για αυτό;
Τα τελευταία τέσσερα περίπου χρόνια, καθώς η κοινωνικοοικονομική κρίση εντείνεται, τα μέσα ενημέρωσης διαδίδουν εικόνες θλίψης και απόγνωσης. Κάποιες από αυτές τις εικόνες πληγώνουν πολύ ανθρώπους σαν εμένα, που έχω περάσει τη μισή μου ζωή στην Αθήνα και την άλλη μισή στις Η.Π.Α. Έχω αναρωτηθεί, και ακόμα αναρωτιέμαι, αν τελικά η Ελλάδα έχει καταντήσει να είναι πράγματι έτσι. Κάποτε, ήταν το κέντρο της δημοκρατίας, του πολιτισμού και των τεχνών, και τώρα η κυβέρνηση αναγκάζει τους ηλικιωμένους να ζητιανεύουν τη σύνταξή τους; Προφανώς, οι θλιβερές αυτές εικόνες συνδέονται έμμεσα με την παρούσα κοινωνικοοικονομική κατάσταση, και κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει τη δύναμή τους και την προσπάθεια των φωτογράφων, όμως, αναπαράγουν επιλεκτικά τα γεγονότα. Για να το θέσω απλά, οι εικόνες αυτές αποτελούν μονάχα ένα κομμάτι της σύγχρονης Ελλάδας. Με το τελευταίο μου project, “Motherland”, προσπαθώ να απεικονίσω την κρίση μέσα από υπονοούμενα που σχετίζονται με την ελπίδα, το χιούμορ, την υπερηφάνεια και την αξιοπρέπεια, που χαρακτηρίζουν την ελληνική κουλτούρα. Κάτω από το χρυσαφένιο φως που λούζει την Αθήνα, προσπάθησα να αποτυπώσω τη μεταμορφωμένη κοινωνία, της οποίας ήμουν κάποτε μέλος. Καθώς περπατώ στους δρόμους της νιότης μου, νιώθοντας άλλοτε οικειότητα κι άλλοτε αποξένωση, βίωσα τις διαφορετικές διακυμάνσεις ανάμεσα στην αρμονία και την ένταση. Τα περισσότερα φωτογραφικά projects είναι προσωπικά. Έτσι, για μένα, το “Motherland” δεν θα μπορούσε να είναι πιο προσωπικό. Η συγκεκριμένη δουλειά είναι η αντανάκλαση του εαυτού μου, αντιπροσωπεύοντας σε μεγάλο βαθμό το ποιος είμαι.

Tα μελλοντικά σου σχέδια ποια είναι; Υπάρχει κάποιο νέο project που σκέφτεσαι να ξεκινήσεις;
Αυτό τον καιρό είμαι στη διαδικασία επεξεργασίας τριών διαφορετικών projects: του “Motherland”, του “Electric City” και του “Fair Life, For Now”. Μου αρέσει να δουλεύω ταυτόχρονα πάνω σε διαφορετικά projects, γιατί έτσι έχω μεγαλύτερο κίνητρο. Το τοπίο, τα μέρη, οι άνθρωποι και οι εμπειρίες αλλάζουν, ακριβώς όπως και η ζωή. Και η φωτογραφία είναι ζωή. 

Θα ήθελες να δώσεις μια συμβουλή σε όσους ξεκινούν τώρα την ενασχόλησή τους με τη φωτογραφία;
Αποτύπωσε αυτό που σε ενδιαφέρει και σε παθιάζει. Φωτογράφισε για τον εαυτό σου και όχι για γκαλερί, μουσεία ή διαγωνισμούς. Φωτογράφισε τις εμπειρίες της ζωής σου ή ακόμα και τις εμπειρίες άλλων, όμως, αν το κάνεις, να είναι με τρόπο που κι εσύ θα είσαι κομμάτι της ζωής τους, θα γίνεις ένα μαζί τους. Με τον τρόπο αυτό, μπορούμε να κατανοήσουμε τον φωτογράφο, αλλά και τους άλλους. Η φωτογραφία είναι το απόλυτο εργαλείο επικοινωνίας. Παρότι ζούμε σε έναν κόσμο όπου κυριαρχεί η τεχνολογία, με το Facebook και τα άλλα social media, ταυτόχρονα χάνουμε τη μεταξύ μας επαφή. Είναι λοιπόν ανάγκη η φωτογραφία να γίνει ο συνδετικός κρίκος μεταξύ μας και το μέσο για να επαναπροσδιορίσουμε τις αξίες μας σε όλα τα επίπεδα.

Περισσότερα στο http://www.nikokallianiotis.com/ και στο http://oramaphotos.gr/

*Iδιαίτερες ευχαριστίες στην Άννα μ. Μ. για τη βοήθεια στη μετάφραση της συνέντευξης από τα Αγγλικά στα Ελληνικά.

Συνέντευξη: Νίκος Πρίπορας

1
Μοιράσου το