Ο Αλέξης Καλοφωλιάς μας περιγράφει το φαινόμενο των Thee Holy Strangers
Αλέξη, πριν δυο μήνες κυκλοφορήσατε τον ομώνυμο πρώτο σας δίσκο, ο οποίος για μένα προσωπικά συμπεριλαμβάνεται στις καλύτερες κυκλοφορίες της χρονιάς και τουλάχιστον σίγουρα, θεωρώ ότι είναι η καλύτερη εγχώρια παραγωγή. Κυκλοφόρησε όμως σε λίγα αντίτυπα που γρήγορα εξαντλήθηκαν. Πλέον ο κόσμος μπορεί να προμηθευτεί το CD μέσω mail order στη Labyrinth of Thoughts, έως ότου κυκλοφορήσει σε βινύλιο με τον νέο χρόνο. Και βέβαια μπορεί να το ακούσει διαδικτυακά… Πιστεύεις ότι η κυριαρχία πλέον της ψηφιακής μορφής της μουσικής αφαιρεί ή προσθέτει στην τέχνη;
Σίγουρα η απάντηση δεν είναι μονοσήμαντη. Τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια τα πράγματα στη μουσική άλλαξαν εκ βάθρων σε όλα τα επίπεδα. Με τα ψηφιακά μέσα η αποτύπωση της μουσικής έγινε σχεδόν ένα παιχνίδι – καμία σχέση με τα «επικά», πολυέξοδα εγχειρήματα που αποτελούσαν στο παρελθόν οι ηχογραφήσεις σε αναλογικά στούντιο. Σήμερα κάθε πιτσιρικάς μπορεί να γράψει μουσική στο δωμάτιό του, πράγμα από μόνο του εκπληκτικό. Όμως αυτό έφερε μια πιο βαθιά μεταβολή, κάτι χάθηκε για πάντα μαζί με τις αρμονικές του αναλογικού ήχου, ο τρόπος που καταγράφαμε τη μουσική στιγμή άλλαξε καθολικά. Ο μουσικός μπορεί να επέμβει ριζικά στο αποτέλεσμα του παιξίματός του εκ των υστέρων, έχει αλλάξει ο βαθμός συγκέντρωσης που απαιτούσε η αναλογική ηχογράφηση. Κάτι ανάλογο συνέβη και στη διάθεση της μουσικής∙ οι μεγάλες εταιρείες έγιναν παρελθόν τουλάχιστον με τη μορφή που τις ξέραμε – το ηχογραφημένο αποτέλεσμα έγινε άυλο και ο καθένας μπορεί να διαδώσει τη μουσική του, αλλά και πάλι, κάτι χάνεται μέσα σε αυτή την πολυμορφία που συνορεύει με τη σύγχυση. Η ποσότητα μουσικής που είναι διαθέσιμη ξεπερνάει την ικανότητα του ακροατή να ταυτιστεί με τα τραγούδια, να τους διαθέσει τον χρόνο που τους αξίζει. Αυτές βέβαια είναι αλλαγές ορατές μόνο από όσους έχουν ζήσει την προηγούμενη κατάσταση, όμως προβάλλεται ξανά η ανάγκη για κάποιο φίλτρο, που αυτή τη φορά ελπίζω να μην είναι το γούστο κάποιου executive, αλλά η άμεση σχέση μουσικού – ακροατή.
Ακούγοντάς σας τόσο ζωντανά όσο και στον δίσκο εντυπωσιάστηκα από τον εξαιρετικό τρόπο που έχετε δημιουργήσει και δέσει αυτό το μουσικό αμάλγαμα από Americana, Soul, Garage, Country & Blues. Το αποτέλεσμα είναι επιβλητικά αυθεντικό λες και όλα αυτά τα διαφορετικά genres & styles της αμερικανικής μουσικής, τελικά αποτελούν ένα και μόνο είδος, το οποίο βγαίνει τόσο πηγαία και αβίαστα από τους Thee Holy Strangers. Συμφωνείς με αυτήν την προσέγγιση; Είναι αυτή η «καθολικότητα» που σας κάνει να αποκαλείτε χαϊδευτικά τη μουσική σας “Cozmik Swamp Music”;
Αυτό το “Cozmik Swamp” προέκυψε σαν αστείο σε μια κουβέντα που είχαμε για τον Gram Parsons και την “Kozmik American Music”. Η Αθήνα είναι ο μεγάλος βάλτος που μέσα του κινούμαστε, και καλώς ή κακώς από αυτόν αντλούμε τις εικόνες και τις εμπειρίες που αποτυπώνουμε. Υπάρχουν προσωπικά στοιχεία στο παίξιμο, διαφορετικές προσεγγίσεις που μαζί με το σκληρό περιβάλλον της Αθήνας του 2015 από το οποίο αναδύθηκαν οι Thee Holy Strangers, συνθέτουν τη συνολική εικόνα. Όλα τα είδη στα οποία αναφέρθηκες ξεπηδούν μέσα από την τεράστια δεξαμενή που γεννήθηκε από τη μείξη της μαύρης και της λευκής κουλτούρας, και η μεγαλύτερή τους δύναμη είναι ότι παραμένουν εύπλαστα και άμεσα – ιδανικός τρόπος για να διηγηθείς αποτελεσματικά μια ιστορία με αμεσότητα. Αυτό το «δέσιμο» στο οποίο αναφέρθηκες ίσως έχει περισσότερο να κάνει με τον τρόπο που δουλεύουμε – διατηρούμε το όραμά μας για το τραγούδι σχετικά ρευστό όσο δημιουργείται – εμπιστευόμαστε το απρόοπτο περισσότερο από το προγραμματισμένο, και έτσι μπορεί ο καθένας να συμβάλλει ελεύθερα, να αφήσει το δικό του αποτύπωμα.
Φαντάζομαι ότι η εμπειρία των Last Drive, Earthbound, Dustbowl, Nightstalker, Expert Medicine, Ludmila και τόσων άλλων σχημάτων στα οποία έχει θητεύσει κατά καιρούς η επτάδα των Thee Holy Strangers, έχει παίξει σημαντικό ρόλο στο δέσιμο των διαφορετικών στυλ που έχετε πετύχει στη μουσική σας. Αν ισχύει αυτό, μπορούμε ταυτόχρονα να θεωρήσουμε ότι οι Thee Holy Strangers αποτελούν το επιστέγασμα της καλλιτεχνικής σας «ωριμότητας»;
Θα μπορούσε να το πει κάποιος αν έβλεπε την πορεία μας γραμμικά, αλλά η ωριμότητα είναι πολύ σχετική έννοια, καθώς η κάθε στιγμή που βρίσκεσαι ορίζεται από ένα ολόκληρο σύμπαν από επιρροές, που μπορεί να είναι ακόμα και το ίδιο σου το παρελθόν, ο τρόπος που το διαβάζεις εκ των υστέρων, πράγματα που άκουσες πρόσφατα και άλλα που έχεις ακούσει πριν από καιρό και σε συγκλόνισαν. Θα έλεγα ότι στους Strangers υπήρξε ένα focus στο τραγούδι καθαυτό, αυτό το οργανωμένο χάος από μουσική και λόγο που ερμηνεύει – ή προσπαθεί να ερμηνεύσει – τις αντιφάσεις της ζωής μας.
Την ερώτηση για την «ωριμότητα» την έκανα επειδή παρατήρησα και μια σημαντική ηλικιακή διαφοροποίηση στο κοινό των Last Drive στο Gagarin τον περασμένο Μάιο σε σχέση με το κοινό των Thee Holy Strangers το Νοέμβριο στο Ίλιον Plus. Φυσικά μόνο και μόνο η ιστορία των Last Drive ήταν ικανή να προσελκύσει τους twentysomething στο Gagarin – αλλά δεν ήταν η ιστορία που κάνει όλους αυτούς του πιτσιρικάδες να ξέρουν απ’ έξω όλους τους στίχους των τραγουδιών… Θεωρείς ότι είναι τυχαία αυτή η διαφοροποίηση ή μήπως η μουσική των Thee Holy Strangers απευθύνεται σε ένα κοινό με περισσότερο «ψαγμένα» ακούσματα;
Δεν χρειάζεται να ξέρεις πολλά για να απολαύσεις το ροκ εν ρολ – αυτή είναι και η φύση του, υπάρχει ο ρυθμός, η ένταση και η απλότητά του που διεκδικούν την προσοχή σου, και όχι η ικανότητά σου να αναγνωρίσεις τις αναφορές. Τουλάχιστον έτσι έχω δει να συμβαίνει και μου αρέσει να πιστεύω. Οι Last Drive έχουν άλλον χαρακτήρα και μια άλλη δυναμική μέσα στα χρόνια, και θα ήταν παράλογο εκ μέρους μας να επιδιώκαμε κάτι ανάλογο με τους Thee Holy Strangers. Όμως οι Strangers δεν είναι σε καμία περίπτωση ένα ευκαιριακό side-project, είναι μία κανονική μπάντα που απαιτεί αφοσίωση, μια μουσική περιπέτεια που οι δυνατότητές της κρατάνε ζωντανό το ενδιαφέρον μας και, όπως άλλωστε όλα τα γκρουπ που παίζουμε, μας πάει ένα βήμα παρακάτω σαν μουσικούς, μας δίνει έναν ακόμα λόγο να είμαστε δημιουργικοί μέσα στη θύελλα που μαίνεται παντού γύρω μας.
Οι Thee Holy Strangers επί σκηνής θεωρώ ότι είναι μια αποκάλυψη! Έχεις αντίστοιχες εντυπώσεις από το κοινό στις εμφανίσεις σας; Πόσο συχνά μπορείτε να παίζετε από τη στιγμή που όλοι έχετε και άλλα projects που τρέχουν παράλληλα και πότε θα σας δούμε ξανά; Τι άλλο ετοιμάζετε;
Η σκηνή είναι εκεί όπου «συμβαίνει» η μουσική, και χαίρομαι για τα λόγια σου. Η αλήθεια είναι ότι καθώς όλα τρέχουν παράλληλα, ο προγραμματισμός δεν είναι τόσο εύκολος, αλλά βγαίνει… Την Τετάρτη 30 Δεκεμβρίου εμφανιζόμαστε στο Tiki Bar για τη δεύτερη από τις χριστουγεννιάτικες συναυλίες μας, και στις 20 Φεβρουαρίου ανεβαίνουμε μαζί με τους Ελβετούς Dead Brothers στη σκηνή του Gagarin 205. Σημαντικό επίσης ότι ο δίσκος κυκλοφορεί σε βινύλιο, όπως προανέφερες. Σκοπός μας είναι οι καλές συναυλίες, αυτό το γλυκό φορτίο που συσσωρεύει η κάθε μπάντα στην πορεία της.
Και μια τελευταία ερώτηση για τους Last Drive όμως… Ετοιμάζετε ένα ακουστικό σετ που θα παρουσιαστεί στις αρχές του έτους στο Τριανόν. Δώσε μας μια μικρή αίσθηση του τι μπορεί να σημαίνει Garage Unplugged…
Για να πω την αλήθεια, έχω κι εγώ την περιέργεια, καθώς βλέπω το πράγμα να διαμορφώνεται μπροστά μας και να μας ξαφνιάζει και τους ίδιους. Αυτό που σίγουρα συμβαίνει είναι ότι πίσω από κάθε τραγούδι υπάρχει μια μικρή ιστορία, που παραμένει ατόφια, άσχετα με τον τρόπο που θα τη διηγηθείς. Αν μπορείς να παίξεις το τραγούδι με μία ακουστική, και συνεχίζει να σε εμπνέει, τότε κάντο. Η ακουστική ενορχήστρωση είναι μια διαφορετική ανάγνωση και τα στοιχεία που έρχονται στην επιφάνεια είναι άλλα, οι ιστορίες όμως παραμένουν οι ίδιες.
Πληροφορίες:
To CD των Thee Holy Strangers διατίθεται μέσω mail order από τη Labyrinth of Thoughts στη διεύθυνση http://labyrinthofthoughts.gr/
Οι Thee Holy Strangers εμφανίζονται στις 30 Δεκεμβρίου στο Tiki Bar και στις 20 Φεβρουαρίου στο Gagarin 205.
Οι φωτογραφίες παραχωρήθηκαν από τον Αλέξη Καλοφωλιά.
Συνέντευξη: Solus Ipse Gherkin