Ο υπνοβάτης, της Μαργαρίτας Καραπάνου
Ο «Υπνοβάτης» ξεκινά αποκαλυπτικά, με μια εικόνα του Θεού: ο Θεός που κουράζεται από τους ανθρώπους και τα είδωλά τους και τη συμπεριφορά τους, και που αποφασίζει να στείλει στους ανθρώπους έναν θεό κατ’ εικόνα και ομοίωσή τους, έναν θεό φτιαγμένο έτσι που να τους ταιριάζει και να τον λατρέψουν. Με όποια αποτελέσματα έχει αυτό για τις ανθρώπινες ζωές.
Κάπως έτσι μας εισάγει η Μ. Καραπάνου στην ιστορία της, η οποία φαίνεται εξ αρχής πως έχει συμβολικές διαστάσεις, οι οποίες γίνονται ακόμη πιο ξεκάθαρες στη συνέχεια, όταν παρουσιάζεται ως τόπος της ιστορίας ένα ελληνικό νησί, ανώνυμο, που μοιάζει φορτισμένο με ιδιαίτερες δυνάμεις, που μοιάζει να ασκεί μια μαγεία στους πάντες. Είναι ένα νησί, θα έλεγε κανείς, αποκομμένο από παντού, που επιβάλλεται σαν ένας ιδιαίτερος τόπος: δοκιμασίας, πειρασμού, αλλά και μίγμα παραδείσου και κόλασης. Ταυτόχρονα, ως ήρωες της «βιβλικής» αυτής ιστορίας παρουσιάζονται μια σειρά από πρόσωπα διαφορετικής καταγωγής, από διάφορες χώρες του κόσμου, που ζουν όλα, σχεδόν παγιδευμένα οικεία βουλήσει, στο νησί – το καθένα με τα δικά του προτερήματα, τα δικά του ελαττώματα και αμαρτίες, το δικό του προσωπικό φορτίο. Όλα αυτά τα πρόσωπα θα έρθουν σε επαφή με τον καινούργιο αυτό θεό -το όνομά του είναι, συμβολικά, Μανόλης- και η επαφή αυτή θα είναι καθοριστικής σημασίας για τον καθένα με διαφορετικούς τρόπους.
Στον «Υπνοβάτη» η παρακμή είναι μια μόνιμη κατάσταση, είναι πανταχού παρούσα, σχεδόν απτή στην ατμόσφαιρα, ανθίζει πάνω στα ίδια τα σώματα των προσώπων και στο χώρο που ζουν. Και η σωτηρία μαζί με την καταστροφή είναι πάντοτε το διακύβευμα, πάντοτε αυτά που απασχολούν τους ήρωες – με την καταστροφή να είναι διαρκώς λίγο πιο πιθανή για τους περισσότερους. Οι χαρακτήρες της Καραπάνου είναι μονίμως σε υπερένταση, είναι ανήσυχοι, παλεύουν με τη ζωή τους και τα πάθη τους, προς αναζήτηση της πολυπόθητης ευτυχίας, αυτής που θα τους σώσει από το τέλμα. Ωστόσο, τα πάθη τους, ολόκληρος ο τρόπος ζωής τους μοιάζει να τους ρίχνει κάτω, να τους καταδικάζει. Πολεμούν και αγωνίζονται, αλλά υποκύπτουν στην ίδια παρακμή. Και, τελικά, έρχονται αντιμέτωποι με αυτόν τον ιδιόρρυθμο θεό που είναι σάρκα απ’ τα δικά τους πάθη κι απ’ τις δικές τους καταστροφικές ορμές και χάνονται στα χέρια του. Θα μπορούσε να πει κανείς πως ο «Υπνοβάτης» είναι ένα μυθιστόρημα που, μέσω των συμβολισμών του και του αλληγορικού και σχεδόν εξπρεσιονιστικού χαρακτήρα του, ασκεί κριτική και σχολιάζει την ίδια την συνθήκη του σύγχρονου δυτικού πολιτισμού, καθώς οι υπερβολές και οι εμμονές του με το σώμα και την άκρατη, δίχως ηθικούς φραγμούς σεξουαλικότητα, η εγκατάλειψη μιας πιο πνευματικής και ευαίσθητης ζωής, και η απώλεια των ορίων και του σεβασμού προς τους άλλους και τον κόσμο, φέρνουν ως αποτέλεσμα μια σειρά κατακλυσμιαίων επιπτώσεων και βιβλικών πληγών. Στο έργο της Καραπάνου, οι πληγές αυτές με αλληγορικό τρόπο παίρνουν τη μορφή φόνων αλλά και μιας συνολικής μετατροπής του φυσικού χώρου σε παγίδα για τους ανθρώπους που είναι καταδικασμένοι στην παρακμή.
Στο έργο της Καραπάνου η θεία δίκη και η βία της μεταφυσικής εκδίκησης είναι το υπόστρωμα που καθορίζει τα πάντα. Ίσως έλεγε κάποιος ότι είναι μια λογοτεχνική δοκιμή πάνω στην Αποκάλυψη, μια μοντέρνα παραλλαγή της. Μπορεί βέβαια το υπόστρωμα αυτό να είναι σκοτεινό και να αφήνει λίγα περιθώρια σωτηρίας, αλλά εξακολουθεί να υπάρχει μια ισχνή ελπίδα. Η Καραπάνου φροντίζει να δώσει κάποια ψήγματα σωτηρίας και φωτός σε κείνους από τους χαρακτήρες της που αποδέχονται να παλέψουν με την αλήθεια και τις διάφορές όψεις της, και που προσπαθούν να βρουν και να καταγράψουν με πάθος και ειλικρίνεια την ιστορία. Είναι αυτή που δέχονται το δύσκολο έργο να αφηγηθούν την ιστορία ή να την εξομολογηθούν. Κι έτσι, η Καραπάνου καταφέρνει να δώσει την όποια ελπίδα σωτηρίας μέσα στην αποκάλυψη σε αυτούς που είναι αφηγητές, σε αυτούς που είναι λογοτέχνες, σε αυτούς που βάζουν την αλήθεια της ζωής μέσα στο λόγο, που της δίνουν μορφή και την εξωτερικεύουν για να την επικοινωνήσουν στους άλλους. Και ίσως είναι και αυτό ένα μάθημα που δίνει το έργο: η αποδοχή της αλήθειας μπορεί να είναι λυτρωτική σε ένα βαθμό, και αυτή η λύτρωση περνά από την πρόθεση του ατόμου να εξωτερικεύσει την αλήθεια, να την κάνει κοινό κτήμα.
Ο υπνοβάτης, της Μαργαρίτας Καραπάνου
Εκδόσεις Καστανιώτη
σελ. 248