Ο πολτός των πραγμάτων, του Αριστείδη Αντονά
Το βιβλίο του Αριστείδη Αντονά «Ο πολτός των πραγμάτων» (εκδόσεις αντίποδες) είναι περισσότερο ένα αφήγημα με στοιχειώδη πλοκή παρά ένα μυθιστόρημα. Μικρής έκτασης, έντονης πνευματικής «φόρτισης», ευθύβολο και καταιγιστικό, πρόκειται ένα έργο που έρχεται να τοποθετηθεί σε μια σύγχρονη πραγματικότητα υλισμού, αλλοτρίωσης και πνευματικής σύγχυσης.
Τελευταία πρόταση βιβλίου γι’ αυτή τη χρονιά, και ο λόγος για τον «πολτό των πραγμάτων». Μετά από μια δύσκολη χρονιά που δοκιμάζονται τα όρια του ανθρώπινου ψυχισμού αλλά και τα όρια των ίδιων των κοινωνιών και των δομών τους, νομίζω πως η φωνή, γεμάτη πάθος, οργή, και καυστικότητα του Αντονά σ’ αυτό το βιβλίο είναι και αυτή που «πιάνει» το βίαιο και ανα-στοχαστικό πνεύμα της εποχής, ένα πνεύμα που επιβάλλει να ξανασκεφτούμε τις συνθήκες του ανθρώπινου βίου.
Το αφήγημα του Αντονά είναι η πρωτοπρόσωπη αφήγηση ενός χαρακτήρα ο οποίος μιλά για μια προσωπική εμπειρία που γίνεται αφορμή να προβληματιστεί για τη φύση της πραγματικότητας, την ηθική θέση του ατόμου στον κόσμο και τις συνθήκες της αλλοτρίωσης. Όλα ξεκινούν από το «πρόβλημα» ενός δολοφονημένου ατόμου που βρίσκεται τοποθετημένο σε μία βιτρίνα· σ’ αυτή τη συνθήκη φαίνεται πως είναι μπλεγμένος ουσιαστικά ο αφηγητής (στον οποίο αποδίδεται το παρωνύμιο Τάρκεν), και προσπαθεί να τη διαχειριστεί πνευματικά και υπαρξιακά. Βέβαια, μάλλον πρόκειται περισσότερο για μια ευκαιρία να εξερευνήσει ο αφηγητής την ίδια την πολυπλοκότητα της εσωτερικής ζωής και να στοχαστεί πάνω στη σχέση του ίδιου του ανθρώπου με την ταυτότητά του και τα πράγματα που τον περιτριγυρίζουν. Έτσι, ο φόνος και η πραγμάτευση του φόνου, διαρκείς προβληματισμοί του Τάρκεν, δεν είναι παρά μάλλον ένας μύθος, ένα γεγονός το οποίο είναι περισσότερο κάτι συμβολικό: δεν ενδιαφέρει ούτε αντιμετωπίζεται τόσο ως φόνος όσο ως μια πνευματική κατάσταση, ένα πνευματικό αίνιγμα το οποίο ο κεντρικός χαρακτήρας οφείλει να διυλίσει για να ανακαλύψει από κάτω το νόημα της ζωής του.
Το αφήγημα μοιάζει περισσότερο να θέλει να προσεγγίσει το υπαρξιακό κομμάτι του ανθρώπου, να προσπαθεί να μιλήσει γι’ αυτή την ενόρμηση των ατόμων να προσπαθούν να βρουν νόημα στον κόσμο, αλλά και για τα αδιέξοδα στα οποία πέφτει αυτή η ίδια η ενόρμηση. Ο άνθρωπος βρίσκεται αντιμέτωπος με τα πράγματα, και ακριβώς σε αυτά τα πράγματα πασχίζει να βρει μια σημασία. Ωστόσο, το κυνήγι της σημασίας είναι είτε ανέφικτο είτε τελικώς παραστρατημένο, ένας δρόμος προς τις ψευδαισθήσεις και την αλλοτρίωση. Στον «πολτό των πραγμάτων», όπως υπονοεί και ο ίδιος ο τίτλος, τα πράγματα είναι μια σκοτεινή χώρα, κάτι το απρόσιτο, το οποίο καταλήγει να κυριεύει τον άνθρωπο, να του δημιουργεί εμμονές και παρερμηνείες της πραγματικότητας, να του δημιουργεί την ψευδαίσθηση μιας κυριαρχίας που δεν έρχεται ποτέ, ενός νοήματος που παραμένει ανεκπλήρωτο, και στις χειρότερες περιπτώσεις οδηγεί στην ίδια την αλλοτρίωση, την αποξένωση από την ανθρωπιά, την υποδούλωση στον υλισμό. Το αφήγημα, με την τρελή πορεία που ακολουθεί η σκέψη και η φωνή του Τάρκεν, προκαλεί αυτό τον υπαρξιακό προβληματισμό του αναγνώστη, του θέτει το ερώτημα για το τραγικό αδιέξοδο της ανθρώπινης συνείδησης και για το ανεπίγνωστο του κόσμου· σπέρνει το σπόρο της απορίας και της αμφισβήτησης των παραδεδεγμένων απόψεων και στάσεων απέναντι στον κόσμο. Η σημαντικότερη συμβολή του «πολτού των πραγμάτων» έγκειται, νομίζω, στην σχεδόν φιλοσοφική ματιά ενός αιρετικού που μας «πετά» κατάμουτρα το λόγο του εναντίον των πραγμάτων, ή μάλλον εναντίον της εμμονής μας με τα πράγματα. Γιατί από αυτή την εμμονή προκύπτει άλλοτε η τυραννία ενός κόσμου, στα αντικείμενα του οποίου αναζητούμε υπερβολικά νόημα και σημασίες (ερμηνεία), και άλλοτε η σχεδόν καπιταλιστική, οικονομο-κεντρική σχέση με τη ζωή, η βασισμένη αποκλειστικά στην αλλοτριωτική αξία της ιδιοκτησίας, της κυριαρχίας επί των πραγμάτων.
Ακριβώς πάνω σ’ αυτό το φιλοσοφημένο υπόβαθρο και στη διάθεση της επιθετικής κριτικής στον άνθρωπο και τις παρορμήσεις του χτίζεται το ίδιο το κείμενο· εκεί αποκτά σημασία. Το κείμενο είναι η φωνή του Τάρκεν, η ελεύθερη, χωρίς κανένα δεσμό παρά μόνο το δεσμό της συνείδησής του, φωνή, η οποία ξεχύνεται χειμαρρώδης. Γιατί έχει κάτι να πει. Το κείμενο στην ουσία είναι ένας «γεγραμμένος» χώρος συνείδησης, ένα πείραμα καταγραφής της συνείδησης, και ταυτόχρονα μια κραυγή. Όπως δηλώνεται και στον «Πολτό», επ’ αφορμή του σκηνικού με τον δολοφονημένο άντρα, τον τοποθετημένο εντός μιας βιτρίνας, το μεγάλο ζητούμενο είναι πάντα το φως: πρέπει να πέφτει φως στις διάφορες καταστάσεις και τα γεγονότα, για να φωτίζονται, να προβάλλονται ως θεάματα και να αποκτούν νόημα. Υπό αυτή την έννοια, το κείμενο εδώ είναι μια σκηνή στην οποία πέφτει φως και αναδεικνύει μια συνείδηση και τις κινήσεις αυτής της συνείδησης. Ο Τάρκεν θέλει να μιλήσει, θέλει να δώσει μορφή μέσω της γλώσσας σε ό,τι τον βασανίζει και ψάχνει διέξοδο, να εκφράσει όλη τη διαταραγμένη συνθήκη συμβίωσης του ανθρώπου με τα πράγματα. Το αφήγημα είναι η ευκαιρία του, η ευκαιρία να προβάλλει σαν σε μια βιτρίνα όλα όσα τον απασχολούν, και να τα απευθύνει σε όποιον ακούει (κατά το ο έχων ώτα ακούειν ακουέτω…). Παραληρηματικό, υπερβολικό, αποσπασματικό, πολύπλοκο και δύστροπο ή δυσνόητο, γεμάτο περίεργες εικόνες και σκηνές και αφηγηματικά τρικ, σε όλη του την έκταση και την ένταση το αφήγημα είναι μια εικόνα, ένας παραμορφωτικός καθρέπτης αν θέλετε, όπου περνάει το άγχος, ο προβληματισμός, η αποστροφή, η μανία καταστροφής και αναδιάταξης, και όλη η γκάμα των συναισθημάτων και των σκέψεων που κατακλύζουν μια συνείδηση για τον κόσμο.
«Ο πολτός των πραγμάτων» είναι ένα δύσκολο, περίπλοκο, αρκετά αυτοαναφορικό και φιλοσοφικό έργο, που μοιάζει να βρίσκεται στο ίδιο μήκος κύματος ως προς τη διάθεση με την παράδοση της «Πτώσης» του Camus, και να αντικατοπτρίζει ιδέες από ένα ευρύ φάσμα επιρροών – σκέφτομαι, για παράδειγμα, μια μακρινή αντήχηση του διαφωτισμού στο πλατωνικό Σπήλαιο ή, ακόμη, την αντι-καπιταλιστική και αντι-υλιστική κριτική του “Fight Club”. Παραμένει, όμως, πάνω απ’ όλα, κατά τη γνώμη μου, μια κραυγή οργής και ένα κάλεσμα αναστοχασμού, ένα αντι-μανιφέστο που «κολλάει» πολύ στους δύσκολους καιρούς που περνάμε.
Ο πολτός των πραγμάτων, του Αριστείδη Αντονά
Εκδόσεις Αντίποδες
σελ. 120