Ολομόναχα Βιβλία
Λευκώματα και άλμπουμ φωτογραφικά δεσπόζουν στις βιτρίνες των βιβλιοπωλείων. Πρόκειται για βιβλία προορισμένα να φυλάσσουν το ενέχυρο της ομορφιάς που τους εμπιστευτήκαμε. Με το ακριβό τους χαρτί και το σκληρό εξώφυλλό τους δεν ζητούν απάντηση και έτσι μετατρέπονται σε ατέλειωτα βιβλία, έτσι όπως το είπε πριν από δεκαετίες η Clarisse Lispector.
Απαντώνται σε ιατρεία, ταξιδιωτικά γραφεία, κατοικούν σε αδειανά σαλόνια και σε βιβλιοθήκες. Η δική τους γωνιά στα πιο φημισμένα βιβλιοπωλεία παραμένει περιφρονημένη. Καμιά φορά οι επίδοξοι αναγνώστες τα ξεφυλλίζουν βιαστικά, έπειτα τα αφήνουν στην μοναξιά τους, όπως νησιά με δίχως επισκέπτες. Εκτιμούν το δίχως άλλο το ακριβό χαρτί, τις περίτεχνες λήψεις, φωτίζουν τα τοπία και τα διασώζουν για πάντα από την φοβερή υπόθεση του χρόνου και της ανθρώπινης παρέμβασης που πάντα θα έρθει , μεταβάλλοντας για πάντα χαρακτήρες και σκηνογραφίες. Η ζωή για ένα λεύκωμα φαντάζει δύσκολη, ίσως να πρόκειται για ολομόναχα βιβλία, καταδικασμένα να μιλούν για την ομορφιά των τοπίων, αυτήν που στον μικρό αυτόν, τον μέγα τόπο αφθονεί.
Τα λευκώματα και τα φωτογραφικά οδοιπορικά συλλαμβάνουν παγωμένη στον χρόνο κάποια γωνιά της Αιώνιας Πόλης, ένα χειμωνιάτικο πρωινό στην Νέα Υόρκη με τα κατάμαυρα κλαδιά των γυμνών δέντρων, την όψη του ωκεανού, το γραφικό λιμάνι μιας αρχαίας πόλης που καταβρόχθισαν οι αιώνες. Μες στα άλμπουμ φιγουράρει ένας καταγάλανος ουρανός, μια πέτρινη γέφυρα που συνδέει την ολοκαίνουρια, σύγχρονη πόλη με τον μύθο και την ιστορία. Σκηνογραφίες που θα παρέμεναν απαρατήρητες βρίσκουν μες στα λευκώματα την θέση που τους αξίζει, υπερασπίζονται το θαύμα της φύσης και της ανθρώπινης δημιουργίας, προσφέρουν ένα ακλόνητο επιχείρημα για να μνημειωθεί η φύση που δοκιμάζεται, που βρυχάται, που ησυχάζει και εκπλήσσει με τους εκκωφαντικούς της σπασμούς. Πριν από δεκαετίες ο Χρήστος Βακαλόπουλος έγραψε πως κάθε πόλη αποτελείται από τα σώματα που την διασχίζουν. Μες στα λευκώματα τα τοπία παραμένουν έρημα, φαντάζουν αληθινά, δοξαστικά τεχνικόλορ που διεκδικούν ένα μερίδιο από τον ορισμό της πιο ανείπωτης ομορφιάς.
Λευκώματα για τον μηχανισμό των Αντικυθήρων, την ελληνική μυθολογία, τις αιγυπτιακές αρχαιότητες, την θαυμάσια φύση, εκεί έξω, λευκώματα για την τέχνη, τα Χανιά έξω από τα τείχη, το αποτύπωμα του Βυζαντίου και τα άρματα του αγώνα του 1821. Σε κάθε πανόραμα ο θεατής βρίσκεται εμπρός σε τοπία και μνήμες, οι λέξεις δεν έχουν θέση σε αυτήν την αναμέτρηση του ανθρώπου με την εικόνα. Άνθρωποι που φωτογραφίζουν τα όνειρα χαρίζουν ζωή στα λευκώματα και τα άλμπουμ. Σε χαρτί ιλουστρασιόν η Venezia ταξιδεύει με τις ομορφιές στης μες στους αιώνες, με κάθε λήψη η πολιτεία φτερουγίζει με τα πανιά της ομορφιάς της ανοιγμένα. Εμπρός στην ψυχή που μη φιλά βίον αθάνατον η φύση ενσαρκώνει κάτι από την ιδέα του Θεού, πυκνώνει στις τάξεις της κάτι από την χάρη του υψηλού και του μεγαλειώδους. Ένας αστερισμός που στέκει έτη φωτός μακριά μας, ένας αστερισμός που σε φυσιολογικές συνθήκες παραμένει καρφωμένος εκατομμύρια έτη φωτός μακριά μας, απεικονίζεται λαμπερός, σε άπειρες μεγεθύνσεις την ώρα που μες σε κάποιο λεύκωμα στήνεται ένα εργαστήρι για μακριές θεωρήσεις και αναστοχασμούς. Μες στην καρδιά εκείνων των σελίδων κάποιος έχει την ευκαιρία να εισέλθει στο βαθύτερο στοιχείο της ζωής και ακόμη να φανταστεί τους έρωτες και τους Σιληνούς και της Ελένης την πλάτη μες στην αγκαλιά του Ευρώτα ή στο βάθος ενός απάτητου φαραγγιού που οι νέες τεχνολογίες καθιστούν πλέον προσβάσιμο για το ανθρώπινο βλέμμα. Κάπου ανάμεσα σε εκείνες τις μαγικές λήψεις που διακοσμούν τα λευκώματα μπορεί κανείς να βρει μια πατρίδα για την μυθική Κίρκη, ή πάλι το θέαμα ενός ευτυχισμένου παράδεισου που παρέμεινε αλώβητος, μακριά από την ανθρώπινη επίδραση. Πρόσωπα και τοπία από εποχές που μας προσπέρασαν, η μελαγχολική, νεκρή δόξα κάποιας πολιτείας, ο παγωμένος βοράς, το δέρμα της γης σαν περγαμηνή για να γραφτεί επάνω του η μοίρα της ανθρωπότητας, αυτή που διασώθηκε μέσα από την εικόνα για να επαληθεύσει τον ξέφρενο ρυθμό ενός κόσμου που αλλάζει γοργά το πρόσωπο και την αισθητική του. Ένα στρατιωτικό άγημα που αποτίνει φόρο τιμής στην τέχνη του θανάτου. Κιονόκρανα και ξερολιθιές, πριονωτά ερείπια με ένα φεγγάρι καρφωμένο επάνω τους, η πόλη με τα χιλιάδες της πρόσωπα, όλα βρίσκουν μια θέση μες στα λευκώματα και τα άλμπουμ που κοσμούν τα βιβλιοπωλεία. Ένας ναός με πελασγικές πέτρες, η ριπή του πόθου μες στην φύση, ο καμβάς της γης που αθροίζει το μεγαλείο αυτού του κόσμου, δρόμοι και όψεις ποιητικές ενός κόσμου που χάνει και κερδίζει την σημασία του, μεταφράζουν την ομορφιά σε χιλιάδες όψεις.
Για όλα αυτά, λοιπόν, για την πάλη της φύσης και την ποικιλία της, για την μνήμη των ανθρώπων και τα έργα τους, κερδίζουν τα λευκώματα αυτήν εδώ την αναφορά. Μια βουβή ταινία, σπαρμένη θαύματα ανοίγεται εμπρός μας, όταν βαριεστημένα, σκοτώνουμε τις τεμπέλικες ώρες μας σε κάποια αναμονή. Ο Cesare Paveze είπε πως το να νιώθεις τον χρόνο σημαίνει ένα είδος σεβασμού και περισυλλογής της τρομερή ζωής. Παρόμοια είναι και η σιωπή των αναγνωστών όταν μελετούν την άγρια ανθρώπινη δημιουργικότητα, το φυσικό κάλλος, αυτό το είδος του δραματικού λεξιλογίου που εξαργυρώνει τον θαυμασμό μας για όσα ποτέ δεν θα αντικρίσουμε μα στέκουν ολόγυρά μας όπως οι άγγελοι σε κάποια σκηνή ευαγγελική. Ένας άγριος έρωτας σημαδεύει τα λευκώματα που ποζάρουν με ορθάνοιχτες σελίδες στις βιτρίνες των βιβλιοπωλείων. Εμπρός στα έκπληκτα, τα αταξίδευτα μάτια μας.