Scroll Top

Βιβλιοθήκη

Ορδέσα, του Manuel Vilas

feature_img__ordesa-tou-manuel-vilas
Προσωπικό, εξομολογητικό, βαθιά φιλοσοφημένο, το «Ορδέσα» του Ισπανού Manuel Vilas (κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Ίκαρος, σε μετάφραση του Αχιλλέα Κυριακίδη) αποτελεί ένα υβριδικό αφήγημα που συνδυάζει την πεζογραφία με έναν πιο ποιητικό και αποσπασματικό τρόπο γραφής, και προσπαθεί να καταδυθεί στις πιο προσωπικές μνήμες του αφηγητή και να δώσει σάρκα και οστά στα βιώματά του και στο παρελθόν του.

Ο Vilas κατορθώνει με το «Ορδέσα» να παραδώσει ένα αφήγημα (δε θέλω να το αποκαλέσω μυθιστόρημα) που εκπλήσσει και απορροφά τον αναγνώστη, όχι γιατί αφηγείται κάποια ολοκληρωμένη ιστορία, αλλά γιατί είναι πολύ προσωπικό και βαθιά αληθινό: ο αναγνώστης έλκεται από την ειλικρινή πρόθεση του αφηγητή να εξομολογηθεί τη ζωή του, όχι ως ακολουθία γεγονότων και καταστάσεων, αλλά ως σύνολο διάσπαρτων μνημών και εμπειριών από το παρελθόν, οι οποίες αποκτούν υπόσταση και λάμπουν με την αλήθεια τους. Ο αφηγητής, όντας πια διαζευγμένος γονιός με δύο παιδιά, και επιτυχημένος συγγραφέας, αποφασίζει να επιστρέψει στο παρελθόν του, να παρουσιάσει την οικογένειά του, με κέντρο τους δύο πεθαμένους γονείς του, και να πει μια ιστορία, χωρίς αρχή, μέση και τέλος, αλλά αποτελούμενη από διάφορες προσωπικές εμπειρίες που επιστρέφουν και τον απασχολούν βαθιά.

Το βιβλίο, λοιπόν, έχει να κάνει με τη μνήμη και τη γραφή της μνήμης. Κέντρο του ενδιαφέροντος του αφηγητή είναι ο πατέρας του και η μητέρα του (και σταδιακά η ευρύτερη οικογένεια και από τις δύο πλευρές). Αυτές είναι οι δύο μορφές που τον στιγμάτισαν, που τον διαμόρφωσαν και που ακόμα και από το χώρο των νεκρών επιστρέφουν για να τον επισκεφθούν και να αγγίξουν τη ζωή του. Ο Vilas εκκινεί από τον πόνο του αφηγητή για το χαμό των γονιών, από το κενό που αφήνουν πίσω, και αυτό γίνεται η αφορμή για μια επιστροφή στο παρελθόν, σε ένα παρελθόν που, μολονότι έχει χαθεί, είναι πολύ σημαντικό, γιατί αυτό τον έπλασε – αλλά που δεν το γνωρίζει και πολύ καλά. Και, σε ένα βαθμό, αυτή η προσπάθεια να μιλήσει για τους γονείς του είναι και ένα εγχείρημα να επισκεφθεί ξανά αυτό τον άγνωστο τόπο, να τον ανακαλύψει, να δώσει προσοχή και να καταλάβει όλες τις εμπειρίες και τα πρόσωπα που ανήκουν σ’ αυτόν τον κόσμο. Σε ένα μεγάλο βαθμό, το αφήγημα είναι μια προσπάθεια να γράψει για τους γονείς του για να τους μάθει καλύτερα, για να καταλάβει καλύτερα τις ζωές και τις επιλογές τους, για να τους αποτίσει φόρο τιμής. Ταυτόχρονα είναι και μια απόπειρα να διαπραγματευτεί μέσω της ανακάλυψης του παρελθόντος και τη δική του τωρινή κατάσταση, να κατανοήσει και τον εαυτό του -ως γονέα για παράδειγμα-, για να βρει ίσως και ένα χαμένο νόημα που θα τον συντροφεύσει σα γνώση και αλήθεια από εδώ και πέρα. Γι’ αυτό άλλωστε και το έργο τιτλοφορείται «Ορδέσα». Είναι η περιοχή που ο πατέρας του ταύτιζε με έναν χαμένο κόσμο, στον οποίο θα διέφευγε -ίσως με το θάνατό του- για να μεταβεί σε μια διαφορετική πραγματικότητα. Αυτός ο χαμένος «παράδεισος» που έρχεται από το παρελθόν, έχει και μια βαριά συμβολική σημασία και για το παρόν.

Εκείνο που ξεχωρίζει το βιβλίο είναι ο τρόπος γραφής του. Δεν είναι μια τυπική ιστορία, αυτοβιογραφικού χαρακτήρα. Είναι ένα περισσότερο απελευθερωμένο κείμενο, που δεν υπακούει σε κανόνες μορφής. Είναι αρκετά αποσπασματικό, γραμμένο σε προσωπικό και εξομολογητικό τόνο, εν είδει καταχωρήσεων σε ημερολόγιο, χωρίς αυτολογοκρισία, απενοχοποιημένο, και γι’ αυτό βαθιά ποιητικό και φιλοσοφικό. Η γραφή γίνεται για τον Vilas ένας χώρος ελεύθερης έκφρασης, συνειρμικών συνδέσεων, αφετηρία για προβληματισμό πάνω στα πιο ουσιαστικά ερωτήματα της ανθρώπινης ύπαρξης. Με αφορμή την αναζήτηση της οικογενειακής ιστορίας και των προσώπων του παρελθόντος, δίνεται η ευκαιρία στον συγγραφέα να μιλήσει ελεύθερα, και με τον πιο ποιητικό τρόπο (ας σημειωθεί εδώ ότι το επιλογικό μέρος του βιβλίου αποτελείται από μια μικρή συλλογή ποιημάτων) για τα θέματα της μνήμης, της αγάπης, του χρόνου και της θνητότητας, της νοσταλγίας και της ύπαρξης. Ειδικά ως προς το θέμα της αγάπης, νομίζω πως το Ορδέσα καταφέρνει σε έναν πολύ ανθρώπινο τόνο να πλέξει μια μεταφυσική της αγάπης, με κέντρο τους χαμένους γονείς, χωρίς να εμπλέξει το καθαρά υπερφυσικό/υπερβατικό στοιχείο. 

Το «Ορδέσα» είναι ένα έργο ευθύ και άμεσο, συνταγμένο εξ αρχής έτσι ώστε ο αναγνώστης να έρχεται σε επαφή κατευθείαν με την προσωπική αλήθεια του αφηγητή, με το συναισθηματικό και πνευματικό πυρήνα του. Και γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο, κατά τη γνώμη μου, το βιβλίο κατορθώνει να αφήσει το στίγμα του. Νομίζω πως όντας ένα έργο που βάζει σε πρώτο πλάνο το άτομο και τον πόνο του, τα άγχη του, το φόβο του, την αγάπη του, όλο τον προσωπικό του κόσμο, αναδεικνύει τη γραφή και τη γλώσσα ως θεμελιώδη τρόπο έκφρασης. Πρόκειται για έναν ποταμό λέξεων που φαίνεται να υλοποιεί εκείνα τα χαρακτηριστικά του κειμένου που θέλουν τη γραφή και τη λογοτεχνία ως εργαλεία ψυχανάλυσης, ως αποκάλυψη και ακράτητη έκφραση του εσωτερικού, ως διαρκή ερμηνεία του εσωτερικού και του εξωτερικού, ως τόπο εμφάνισης της αλήθειας.

Ορδέσα, του Manuel Vilas
Μετάφραση: Αχιλλέας Κυριακίδης
Εκδόσεις Ίκαρος
σελ. 472

1
Μοιράσου το