Scroll Top

Άλλαι Τέχναι

Parasite, του Bong Joon Ho

feature_img__parasite-tou-bong-joon-ho
Τα «Παράσιτα » του Κορεάτη Bong Joon Ho (“Okja”, “Snowpiercer”, “Madeo”, «Ο Επισκέπτης», «Μνήμες Εγκλήματος») είναι η (τρανή) απόδειξη του πως φτιάχνεται μια σωστή ταινία του Λανθιμο-είδους (o τελευταίος ήταν και στην επιτροπή που το βράβευσε στις Κάννες) όταν υπάρχει γνήσιο (και όχι απατεωνίστικο) ταλέντο και ικανότητα. Mια ταινία που διαθέτει γενναίες δόσεις κυνισμού και πικρού χιούμορ, με Σαμπρολική (ενδο-οικογενειακή) μαυρίλα και Μπουνιουελικό βιτριολισμό, με απαράμιλλη (αξιοζήλευτη για τον έλεγχό της) σκηνοθετική διαχείριση-αρχιτεκτονική και αφηγηματική μαεστρία (χάρις – εν πολλοίς – στο εξαιρετικό, αψεγάδιαστο σενάριο) και είναι – σίγουρα – ο πιο ευφυής κι ένας απ’ τους πιο δίκαιους Χρυσούς Φοίνικες από καταβολής του θεσμού.

Κι είναι δύσκολο να μιλήσεις για δαύτο, προσέχοντας πάντα να μην αποκαλύψεις πράγματα. Ταινία-έκπληξη, ταινία-γροθιά, που με το (ασυμβίβαστα και ατίθασα) σαρδόνιο ύφος της σατιρίζει και καυτηριάζει αιχμηρά τη σύγχρονη πραγματικότητα, χρωματίζοντας ανεξίτηλα τους χαρακτήρες σε ένα εκθαμβωτικό, παστέλ (αλλά και πεσιμιστικό) μείγμα κοινωνικής κριτικής και πολιτικού σχολίου (με αλληγορικές προεκτάσεις) που ισορροπεί – ριψοκίνδυνα μεν, υποδειγματικά δε – μεταξύ κωμικού και τραγικού, σαν «τρενάκι του τρόμου».

Όπως λέει κι ο πάτερ-φαμίλιας των φτωχών πρωταγωνιστών: «στην εποχή που μια αγγελία εργασίας για σεκιούριτι προσελκύει το ενδιαφέρον 500 πτυχιούχων πανεπιστημίου, εμείς καταφέραμε να βρούμε δουλειά οικογενειακώς». O ταξικός πόλεμος (πόλεμος χαρακωμάτων) συνοψίζεται στο δίλημμα: “Rich, but still nice?” ή “nice because they’re rich?” «Μυρίζουν όλοι το ίδιο», λέει σε μια στιγμή ο μικρός γιος του white-collar, γιάπη εργοδότη (κι ο σκηνοθέτης – προφανώς και – δεν αναφέρεται μόνο στο κοινό, φτηνό σαπούνι που αναφανδόν χρησιμοποιούν οι πολυμήχανοι παρίες για το μπάνιο τους). Είναι απογυμνωμένα ανατριχιαστική (μέσα στην ειρωνεία της) η αντιστροφή των ρόλων αλλά κυρίως η ανελαστικότητα απέναντι στους «συνοδοιπόρους της ανέχειας», όταν το (ξενικό) περιβάλλον στο οποίο βυθίζεσαι (με την ψευδαίσθηση ότι αφομοιώνεσαι) αλλοιώνει (αναπάντεχα κι αστραπιαία) τους κυτταρικούς μηχανισμούς της ανθρωπιστικής σου συνείδησης. Είναι αγώνας επιβίωσης. Ο θάνατός σου, η ζωή μου.

Όμως, τελικά, στα Υπόγεια – αυτά για την περίπτωση που η Βόρεια Κορέα επιτεθεί ή που χρησιμοποιείς για να αποφύγεις τους πιστωτές σου όταν κάνουν ντου – είναι η Θέα (ή άλλως η Αληθινή Όψη της Κοινωνίας). Τα «φαντάσματα» στο χλιδάτο σπίτι μεταφράζονται σε οιωνούς ευημερίας ελλείψει (διάθεσης και) ικανότητας κατανόησης ή ενός στάτους αποστασιοποίησης για όσα συμβαίνουν τριγύρω, ενώ η μωροπιστία (ασυναίσθητη ίσως) πασχίζει να διασκεδάσει την αρτηριοσκλήρωση μιας (αποχαυνωτικά) άνευρης, πληκτικής καθημερινότητας στην «τεμπέλικη εύφορη κοιλάδα» (φέρνοντας στο νου σε κρίσιμες στιγμές τον Πιντερικό «Υπηρέτη» του Λόουζι). Ακόμη κι η βροχή που μουλιάζει ατάραχα κι υπομονετικά το γκαζόν του κήπου αδυνατεί να εξαλείψει την ταξική μυρωδιά (σαν εκείνη του κλιβάνου ή όσων συνωστίζονται καθημερινά στους συρμούς του μετρό) που απλώνεται στο μεταμοντέρνο λίβινγκ ρουμ της upper-class οικογένειας, η οποία φαντασιώνεται χρησιμοποιώντας τα φετιχιστικά «κουρέλια» των υποτακτικών της.

Όμως η (ενίοτε αυτο-δηλητηριαστική) τοξικότητα τούτου του ταξικού μπρα-ντε-φέρ και όλων όσων το υπερβαίνουν, καταλήγει συχνά – σαν τα απόβλητα των παραπηγμάτων στο έλεος μιας ξαφνικής πλημμύρας – να κολυμπάει ανήμπορη και ανεξέλεγκτη. Όταν επινοείς κάποιο σχέδιο, συνήθως είναι η ίδια η Ζωή που έρχεται να στο (ανατρέψει και εν συνεχεία) διαψεύσει. Ίσως είναι προτιμότερο, τελικά, οι άνθρωποι να μην κάνουν σχέδια (άρα και όνειρα). Δίχως σχέδια, μοιάζει απίθανο να πάει κάτι στραβά!

Πόσο τρομακτική μοιάζει για τον outsider η αφομοιωτική, προσαρμοστική αταραξία και φυσικότητα των ομόσταυλων της upper-class, ακόμη και στις πιο fast-track συνθήκες. Όμως, φευ! Καμιά φορά, τα παιδικά πάρτι με Ινδιάνους μοιάζουν ικανά να ξυπνήσουν εφιάλτες ακόμη και στον Στρατηγό Κάστερ. Είναι άραγε η (αέναη) λαχτάρα και προσμονή (που σπανίως καταλήγει σε πλησμονή) της κοινωνικής-ταξικής αναρρίχησης ζωτική συνθήκη της ανθρώπινης Ουτοπίας ή απλώς το μοναδικό όπλο (παροδικής) ανακούφισης και ψευδαίσθησης απέναντι στο αναπόδραστο της Μοίρας; Το (συχνά) αμετάκλητο και αδυσώπητο του ταξικού ριζικού, είναι αυτό που ωθεί όποιον παλεύει με την θλιβερή κι (ενίοτε) απελπιστική καθημερινότητα να ξεμυτά απ’ τα μπουντρούμια και τις σκοτεινές γωνιές του βασανισμένου, καταπιεσμένου του ψυχισμού σαν αληθινό «παράσιτο»

Parasite (Gisaengchung), του Bong Joon Ho
Είδος: Δράμα
Διάρκεια: 132'

*Aναδημοσίευση από το cinedogs.gr, κινηματογραφικό συνεργάτη του Artcore magazine

_
Παναγιώτης Μπούγιας
- γράφει για το Artcore
1
Μοιράσου το