Penny Siopis: Aποδομώντας τον ρατσισμό και την αποικιοκρατία μέσα από τις ίδιες τους τις φόρμες
Εδώ και δεκαετίες, η Penny Siopis, γεννημένη στο Vryburg της Νοτίου Αφρικής από Έλληνες γονείς, ερευνά με αξιοσημείωτο θάρρος τις πλευρές εκείνες της ζωής, τόσο της προσωπικής όσο και της συλλογικής, που αποκαλύπτουν όλη την ασχήμια και την ομορφιά του να είσαι άνθρωπος.
Ἂν μέ προσοχή μ’ ἀκούσεις τώρα
Γιά κεῖνο πού γνωρίζω θά σοῦ πῶ
Τά σύγνεφα ὀγκώνονται τῆς καταιγίδας
Τῆς θύελλας οἱ ριπές θἄ χουν τήν κόψη τῆς λεπίδας
Ἡ ἀνθρώπινη φυλή ὁλόκληρη μιά πληγή
Ἀκούω βόγγους πού ἀνεβαίνουν ἀπό τή γῆ,
Ἐπειδή κανείς,
Κανένας ὅμως
Μπορεῖ ἐδῶ νά τά βγάλει πέρα μόνος.Maya Angelou, 1975
Λαβωμένα μαύρα σώματα, οπλισμένα λευκά χέρια. Πιο πέρα, τα απομεινάρια της περασμένης παιδικότητας και τα κούφια σύμβολα ενός πολιτισμού που σκόρπισε σκοτάδι. Αυτός δεν είναι ένας τεχνητός κόσμος αλλά η ακατέργαστη πραγματικότητα, ένας στοχασμός γύρω από τη διαρκώς παρούσα ιστορία που φαίνεται να στοιχειώνει την ανθρωπότητα. Εδώ και δεκαετίες, η Penny Siopis, γεννημένη στο Vryburg της Νοτίου Αφρικής από Έλληνες γονείς, ερευνά με αξιοσημείωτο θάρρος τις πλευρές εκείνες της ζωής, τόσο της προσωπικής όσο και της συλλογικής, που αποκαλύπτουν όλη την ασχήμια και την ομορφιά του να είσαι άνθρωπος. Απ’ ό,τι φαίνεται, είμαστε αρκετά τυχεροί και η αναδρομική της έκθεση με τίτλο “For Dear Life” φιλοξενείται στο Εθνικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης.
Cake Paintings και History Paintings
Το 1980, λίγα χρόνια μετά την εξέγερση στο Σοβέτο, περιοχής εμβληματικής στον αγώνα κατά του απαρτχάιντ, η Siopis έρχεται στο προσκήνιo με μια σειρά έργων γνωστών ως “cake paintings”, τα οποία μέσω υπαινιγμών στο γυναικείο σώμα και τη σεξουαλικότητα, αμφισβητούν την πατριαρχικά δομημένη απεικόνιση της θηλυκότητας. Αργότερα, θα ακολουθήσει η σειρά των “history paintings”. Την περίοδο εκείνη, το σύστημα του φυλετικού διαχωρισμού πλησιάζει στη κατάλυσή του ενώ η νοτιοαφρικανική κυβέρνηση υιοθετεί όλο και σκληρότερα μέτρα καταστολής. Τότε, η Siopis επιλέγει να αποξηλώσει τη ρατσιστική αποικιοκρατική αντίληψη των λευκών επικυρίαρχων που ρημάζει το σώμα και την ψυχή της χώρας εκ των έσω. Ό,τι στη δυτικοευρωπαϊκή εικονογραφία έχει συσχετιστεί ή χρησιμοποιηθεί ως σύμβολο ελευθερίας, ηρωισμού ή πολιτισμικής προόδου, εδώ μετατρέπεται σε στοιχείο παραφωνίας και διαυγή δήλωση της καταπίεσης και εκμετάλλευσης των ανθρώπων και του φυσικού περιβάλλοντος. Μέσω των θραυσμάτων αναγεννησιακών έργων τέχνης -η αρτιότητα των οποίων τόσο έχει δοξαστεί- αντικειμένων και σκευών πολυτελείας, καλοδιπλωμένων επιστολών, όλων αυτών των στοιχείων στα οποία οι κυρίαρχες αφηγήσεις προσπαθούν εδώ και αιώνες να στηρίξουν την υποτιθέμενη ευρωπαϊκή ανωτερότητα, καταρρίπτεται ένα κατασκευασμένο μεγαλείο που στην πραγματικότητα δεν υπήρξε ποτέ. Ταυτόχρονα όμως, δεν διαλύεται μόνο ένας πλαστός, απολιθωμένος (για όρισμένους λίγους βέβαια σίγουρα υπαρκτός) κόσμος αλλά αναδεικνύεται κι ένας άλλος που φαίνεται συντριπτικά πιο ζωντανός. Έτσι, στο έργο AI Fresco του 1990, οι όχι πλέον και τόσο αξιοθαύμαστες μεγαλεπήβολες κουρτίνες, δεν αποκρύπτουν αλλά αντίθετα, είναι ορθάνοιχτες αποκαλύπτωντας τη βασανισμένη από την απληστία αφρικανική γη και τα παιδία της.
Η αντίσταση στον αποικιοκρατικό εξωτισμό και η ντροπή ως μορφή εξουσίας
H Siopis όμως δεν περιορίζεται σ’αυτή την ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα αντιστροφή των οπτικών συμβόλων. Πηγαίνει βαθύτερα. Μάχεται τον πυρήνα του προβλήματος, τις ίδιες τις αντιλήψεις στις οποίες τα σύμβολα αυτά είναι θεμελιωμένα. Το αποικιοκρατικό βλέμμα καταργεί την ανθρώπινη υπόσταση του μαύρου πληθυσμού μετατρέποντάς τον σε ατραξιόν προς τέρψη των Ευρωπαίων. Το σώμα των μαύρων γυναικών υπερσεξουαλικοποιείται βίαια. Σε όλα αυτά, η καλλιτέχνιδα αντιστέκεται σθεναρά, ξεσκεπάζοντας τη βαρβαρότητα που βρίσκεται κάτω από το φαινομενικά γοητευτικό και ρομαντικό πέπλο του εξωτισμού. Παράλληλα, διακρίνει και μια άλλη, εντέχνως κρυμμένη μορφή εξουσίας, αυτή της επιβεβλημένης ντροπής. Το ερώτημα που οφείλουμε να θέσουμε είναι πώς και κυρίως από ποιόν ορίζεται το ταμπού; Ποιός έχει τη δύναμη να καθορίσει το δικό μας αίσθημα ντροπής; Είναι σημαντικό να κατανοήσουμε ότι το βίωμα της ντροπής που προκύπτει από αναφορές σε «απαγορευμένα θέματα» δεν είναι απαραίτητα εγγενές χαρακτηριστικό της ανθρώπινης φύσης αλλά μια κοινωνική κατασκευή. Η σεξουαλικότητα, το σώμα και η γυμνότητά του, που τόσο έχει ταράξει και τρομοκρατήσει στο πέρασμα των αιώνων, μπορούν να απελευθερώσουν μια αυτονομία, η ανατρεπτικότητα της οποίας αποτελεί απειλή για τον κόσμο όπως τον γωρίζουμε. Κι εδώ όμως υπάρχει η δυνατότητα αντιστροφής. Η συνειδητοποίηση της εν πολλοίς τεχνητής ντροπής μπορεί να αποτελέσει όργανο αντίστασης και προάγγελο ελευθερίας. Αυτό ακριβώς άλλωστε πράττουν πολλές μαύρες γυναίκες την εποχή του απαρτχάιντ.
Μνεία σε μια ραγισμένη Ελλάδα
Κάπου εκεί μέσα στον πόνο της Νοτίου Αφρικής και τον αγώνα των ανθρώπων της, υπάρχει και μια θέση για τη μακρινή, παντοτινά όμως παρούσα στη καρδιά της Siopis, Ελλάδα. Mέσω ταινιών μικρού μήκους και ζωγραφικών έργων, υφαίνονται ελληνικές ιστορίες, ξεχασμένες από εμάς που ζούμε στη χώρα αλλά και ζοφερές πραγματικότητες της ελληνικής κοινωνίας που έχουμε την τάση να αποκρύπτουμε. Στη σκοτεινή αίθουσα του μουσείου, γινόμαστε μάρτυρες της ιστορίας του Δημήτρη Τσαφέντα, ενός ανθρώπου που έζησε έξω από τα πλαίσια κάθε κομφορμισμού και νομιμότητας του λεπτομερώς σχεδιασμένου κόσμου που τον περίεβαλλε. Στις 6 Σεπτεμβρίου του 1966, ο Τσαφέντας δολοφονεί τον πρωθυπουργό της Νοτίου Αφρικής Hendrik Werwoerd, που ήταν γνωστός ως «αρχιτέκτονας του απaρτχάιντ». Η κυβέρνηση τον ονομάζει ψυχασθενή και φυλακίζεται σε ισόβια απομόνωση. Ο Τσαφέντας όμως δεν ήταν διαταραγμένος. Η δολοφονία ήταν πολιτική. Σε μια άλλη αίθουσα, υπό τον ήχο της διαχρονικά στοιχειωτικής Μπαλάντας του Μαουτχάουζεν, στιγμές της προσωπικής ζωής διαφόρων ανθρώπων περιπλέκονται με αναφορές στα φαντάσματα της ιστορίας του Αιγαίου, από τους εξόριστους της Μακρονήσου μέχρι τις σημερινές τραγωδίες στη θάλασσα, που τόσο σιωπηλά παρακολουθούμε. Μεταξύ των έργων αυτών, ξεπροβάλλουν ανθρώπινες μορφές και πρόσωπα χωρίς διακριτά χαρακτηριστικά, παραμόνο με ορθάνοιχτα μάτια, σκιές όλων των ξένων της γης. Το τι είδους ελληνικές ιστορίες θέλουμε να αναδείξουμε εξαρτάται από το πως επιλέγουμε να ζήσουμε μέσα στην ιστορία. Άραγε πόσο έτοιμοι είμαστε να αντιμετωπίσουμε μια αλήθεια που δεν φαντάζει και τόσο κολακευτική;
Μια τέχνη αντίστασης και αλληλεγγύης
Το έργο της Penny Siopis, από την αρχή της δημιουργικής της πορείας μέχρι σήμερα εμπερικλείει ένα συνδυασμό χαρακτηριστικών που δεν οδηγεί μόνο σε ένα καλλιτεχνικά άρτιο αποτέλεσμα αλλά και σε μια βαθιά συνειδητοποιημένη ανάγνωση της ιστορίας των ανθρώπινων κοινωνιών η οποία υπερβαίνει και ανατρέπει τις κυρίαρχες αφηγήσεις. Η ριζοσπαστική αντίληψη των πραγμάτων αποτελεί παράλληλα μοχλό κοινωνικής αλλαγής. Η τέχνη της Siopis περιλαμβάνει τους δυο θεμελιώδεις άξονες της αλλαγής αυτής, την αντίσταση και τη συμπόνια. Όσο πιο ανατρεπτικό είναι ένα έργο, τόσο εντονότερη είναι και η ανθρωπιά που ξεπροβάλλει από μέσα του, είτε πρόκειται για προσωπικά τραύματα, είτε περιθωριοποιημένες ψυχές που όμως το στίγμα τους δε χάθηκε ποτέ. Πρόκειται για μια συλλογική πρόκληση και ένα προσωπικό κάλεσμα. Ο χρόνος μονάχα θα δείξει αν τελικά θα καταφέρουμε να ανταποκριθούμε. Ασχέτως αποτελέσματος όμως, το βέβαιο είναι πως η προσπάθεια αξίζει τον κόπο. Και για να έχει ο Ναζίμ Χικμέτ τα τελευταία λόγια, «αν δεν καώ εγώ, αν δεν καείς εσύ, αν δεν καούμε εμείς πώς θα γεννούνε τα σκοτάδια λάμψη;».
*Φώτο εξωφύλλου: Λεπτομέρεια από το έργο “Piling Wreckage upon Wreckage”, 1989 / Λάδι σε καμβά / Iziko South African National Gallery, Kέιπ Τάουν
*H έκθεση θα διαρκέσει έως τις 10.11.2024 σε επιμέλεια της Κατερίνας Γρέγου
(Η μετάφραση του ποίηματος «Μόνος» της Maya Angelou έγινε από τη Νατάσα Ζαχαροπούλου στο vakxikon.gr)