Scroll Top

Άλλαι Τέχναι

Petite Maman, της Céline Sciamma

cover-petite-maman-tis-celine-sciamma

«Ένα μυστικό δεν είναι αναγκαστικά κάτι που θέλεις να κρύψεις. Πολλές φορές, απλώς δεν έχεις σε ποιον να το πεις». Η παραπάνω φράση, που βγαίνει από τα πιο αθώα παιδικά χείλη, συμπυκνώνει και οριοθετεί το σύμπαν του Petite Maman” της Céline Sciamma. Ένας κόσμος συναισθηματικής μοναξιάς και βουβαμάρας, όπου το παιδικό βλέμμα φέρνει τα τραύματα στα δικά του μέτρα, προσπαθώντας να τα θεραπεύσει. Διόλου τυχαία, πάντως, η ιστορία μας ξεκινά σε ένα περιβάλλον θανάτου, απώλειας και πένθους.

Η οκτάχρονη Νελί αποχαιρετά μία προς μία τις ηλικιωμένες τρόφιμους ενός γηροκομείου, μέχρι τη στιγμή που φτάνει σε ένα αδειανό -πλέον- δωμάτιο. Η συνονόματη γιαγιά της έχει μόλις πεθάνει και η Μαριόν (μαμά της μικρής Νελί και κόρη της γιαγιάς Νελί) συμμαζεύει σε πένθιμο τόνο ρούχα και μικροαντικείμενα.

Λίγο αργότερα, θα πληροφορηθούμε πως η Νελί νιώθει τύψεις επειδή δεν αποχαιρέτησε τη γιαγιά της όπως ήθελε, με τον τρόπο που άρμοζε στη σχέση τους. Μια πρώτη υπόνοια αβάσταχτης ενηλικίωσης, λοιπόν, διατρέχει τον αέρα. Παρά τα λιγοστά του χρόνια, ένα μικρό παιδί  συναισθάνεται πλήρως το αμετάκλητο του θανάτου και αντιλαμβάνεται πως όσοι φεύγουν από τη ζωή δεν επανέρχονται ποτέ για ένα δεύτερο αντίο.

Λίγο αργότερα, καθώς η Μαριόν πακετάρει αντικείμενα και αναμνήσεις από το έρημο οικογενειακό σπίτι, αντιλαμβανόμαστε ότι η εσωστρέφεια και η σιωπηρή θλίψη μεταδίδονται σχεδόν βιολογικά, από γενιά σε γενιά, στις γυναίκες της οικογένειας. Η κληρονομικότητα, εξάλλου, από την πρώτη στιγμή αφήνει μια βαριά σκιά να πλανιέται στο γενεαλογικό δέντρο.

Η γιαγιά Νελί έπασχε από μια σπάνια ασθένεια στα οστά και η Μαριόν είχε αναγκαστεί να υποβληθεί σε μια περίπλοκη χειρουργική επέμβαση στα παιδικά της χρόνια, προκειμένου να απαλλαγεί από το ίδιο πρόβλημα. Επαφίεται, λοιπόν, στη νέα γενιά να σπάσει το συναισθηματικό απόστημα, επιστρατεύοντας το πιο ισχυρό όπλο της παιδικής ηλικίας: την ολοζώντανη φαντασία, η οποία είναι ικανή να δίνει στις σκέψεις σάρκα και οστά, να αναπαριστά τους φόβους όσο πιο χειροπιαστά γίνεται μέχρι να τους ξορκίσει.

Η πρώτη μέρα (και νύχτα) στο σπίτι της γιαγιάς συνοδεύεται από ένα εκατέρωθεν μοίρασμα, που αναποδογυρίζει τη συνήθη φορά. Από τη μια, η μητέρα φανερώνει τους παιδικούς της φόβους στη μικρή της κόρη. Από την άλλη, η κόρη μιλά στη μητέρα της για την -πέρα για πέρα ενήλικη- θλίψη που τη βασανίζει. Το ξημέρωμα, όμως, θα διευρύνει ακόμη πιο πολύ τον κύκλο του τραύματος.

Η Μαριόν έχει αποχωρήσει δίχως εξηγήσεις ή διευκρινίσεις, παίρνοντας χώρο και χρόνο για να διαχειριστεί τη μητρική απώλεια. Με περισσή διακριτικότητα και θαυμαστή οικονομία μαθαίνουμε ότι η Μαριόν (που έμεινε έγκυος στη Νελί σε πολύ νεαρή ηλικία) υποφέρει διαχρονικά από καταθλιπτικές κρίσεις, έχοντας αναπτύξει συχνές τάσεις φυγής. Η Νελί, λοιπόν, βρίσκεται αντιμέτωπη με μια ανοιχτή πληγή που δεν λέει να κλείσει: έναν υποδόριο και μόνιμο φόβο ότι η μητέρα της είναι με το ένα πόδι στην έξοδο (ο φόβος ενός οιονεί θανάτου, που έρχεται να συμπληρώσει τον βιολογικό θάνατο της γιαγιάς).

Σχεδόν αναπόφευκτα, οι απαντήσεις θα βρεθούν στον κατεξοχήν τόπο που κινείται πέρα από τα στενά όρια της λογικής: το δάσος, ένα σύμπαν γεμάτο μυστικά και θαύματα, που καταλύει τη χρονική αλληλουχία. Η Νελί, καθώς παλεύει να αντιμετωπίσει ολομόναχη τις φοβίες της (η επικοινωνία με τον πατέρα της είναι μεν θερμή, αλλά ποτέ ορθάνοιχτη), συναντά ένα μικρό κοριτσάκι, με το οποίο μοιάζουν σαν δύο σταγόνες νερό (οι δύο πιτσιρίκες πρωταγωνίστριες, οι δίδυμες Ζοζεφίν Σανζ και Γκαμπριέλ Σανζ, παραδίδουν ερμηνείες που θα ζήλευαν φτασμένοι ενήλικοι ηθοποιοί). Μάλιστα, σαν να μην έφτανε αυτό, η νέα της φίλη ονομάζεται Μαριόν (όπως η μητέρα της δηλαδή) και μένει σε ένα σπίτι σχεδόν ολόιδιο με αυτό της γιαγιάς της.

Βλέποντας κανείς όλα τα παραπάνω, θα υπέθετε εύκολα πως  το “Petite Maman”  διολισθαίνει από εκείνο το σημείο και έπειτα σε μια ιδιόρρυθμη ghost story ή σε ένα θρίλερ με μεταφυσικές πινελιές. Εξίσου αναμενόμενα, από την πίσω πόρτα τρυπώνει η ενστικτώδης υποψία μιας ιστορίας κακοποίησης. Η εξέλιξη, όμως, έρχεται να διαψεύσει κάθε δικό μας βιαστικό σενάριο, καθώς η Σιαμά βυθίζει την ιστορία της στο πιο αγνό και ανόθευτο παιδικό φίλτρο: την άνευ όρων προσαρμοστικότητα και την αδιαπραγμάτευτη αποδοχή.

Οι δυο νέες φίλες, σχεδόν σαν να μην συμβαίνει οτιδήποτε το παράλογο ή τρομακτικό, κατανοούν και αποδέχονται τη μεταξύ τους σχέση, χτίζοντας έναν δεσμό που υπερβαίνει και νικά τον χρόνο και τη λογική. Το παιδικό βλέμμα, όπως ακριβώς μεταμορφώνει μια απλή σκιά σε τρομακτικό πάνθηρα (ο παιδικός φόβος της Μαριόν), αγκαλιάζει το πιο συγκλονιστικό παράδοξο, βουτώντας στην καρδιά ενός κόσμου που έχει φτιαχτεί για να απαλύνει την αβεβαιότητα και τις αμφιβολίες.

Ούτως ή άλλως, η τέχνη, έχει καταπραϋντικές ιδιότητες, όπως αποδεικνύει και το αυτοσχέδιο θεατρικό που στήνουν οι δύο φίλες. Η ζωή ξάφνου μοιάζει με παλκοσένικο και η κάθε συμφορά υποβιβάζεται στο επίπεδο ενός ρόλου. Στην πραγματικότητα, μια μπερδεμένη μητέρα και μια φοβισμένη κόρη ενώνουν δυνάμεις για να αντιμετωπίσουν από κοινού όσα τις βαραίνουν: το πένθος, την ευθύνη της μητρότητας, τον φόβο εγκατάλειψης, την αδυναμία να επικοινωνήσουν ανοιχτά. Η Νελί και η μικρή Μαριόν δίνουν η μία κουράγιο στην άλλη για όσα επώδυνα προηγήθηκαν και για όσα άγνωστα πρόκειται να έρθουν, αποφασίζοντας να αντικρίσουν τη μεταξύ τους επαφή από ισότιμο ύψος και φίλτρο.

Αφενός, ένα μικρό κορίτσι που αποφασίζει να δει μια συνομήλικη φιλενάδα στο πρόσωπο της μαμάς του, καταργώντας κάθε απόσταση. Αφετέρου, μια μαμά που επιστρέφει στις παιδικές μνήμες, με συνοδοιπόρο το κοριτσάκι της. Στο τέλος της διαδρομής, αυτό που ξεπροβάλλει είναι μια μικρή -αλλά τόσο πολύτιμη- νίκη απέναντι στον φόβο και τη μοναξιά, μια γλυκιά ενηλικίωση, μια στοιχειώδη επούλωση. Και, μεταξύ άλλων, μια αναπάντεχη δεύτερη ευκαιρία για ένα ταιριαστό και όμορφο αντίο. Η Νελί και η Μαριόν αποχαιρετούν όσα πρόλαβαν να χάσουν και υποδέχονται όσα δεν πρόλαβαν ακόμη να γευτούν.

Petite Maman, της Céline Sciamma
Διάρκεια: 72′

*Aναδημοσίευση από το cinedogs.gr, κινηματογραφικό συνεργάτη του Artcore magazine

1
Μοιράσου το