Θωμάς Λιούτας / About Author
Αποφοίτησε προσφάτως από την σχολή καλών τεχνών της Θεσσαλονίκης και προσπαθεί να ζωγραφίσει, να γράψει και να διαβάσει. Ο χρόνος θα δείξει αν θα καταφέρει κάποιο από τα τρία.
Γεννήθηκε στις 6 Απριλίου του 1483 στην πόλη Urbino, η οποία παρά το μικρό της μέγεθος αποτελούσε σημαντικό κέντρο των τεχνών την εποχή εκείνη. Αυλικός ζωγράφος του Δούκα της περιοχής ήταν ο Giovanni Santi, πατέρας του Ραφαήλ και εν πολλοίς ο λόγος που έκανε τα πρώτα του βήματα στη ζωγραφική. Στην ηλικία των 11 ετών θα μείνει ορφανός και σπίτι του θα γίνουν τα εργαστήρια ζωγραφικής. Εκεί διδάχτηκε την τέχνη από Δασκάλους της Αναγέννησης και δούλευε ακατάπαυστα ώστε να αναδείξει τις τρομερές ικανότητες και το ταλέντο του. Στην ηλικία των 18 ετών, σημειώνονται οι πρώτες καταγεγραμμένες παραγγελίες στο όνομά του, μαρτυρώντας ότι παρά τις δύσκολες συνθήκες ενηλικίωσης αφοσιώθηκε στην τέχνη της ζωγραφικής σε σημείο που ακόμα και οι πρώιμες δημιουργίες του εκπλήσσουν μέχρι τις μέρες μας για την ωριμότητα και την εικαστική τους αρτιότητα.
Η πορεία του νεαρού Raphael θα συνεχίσει να είναι ανοδική, καθώς μέχρι το 1510 θα επισκεφτεί πολλές πόλεις της Βόρειας Ιταλίας και η νομαδική σχεδόν ζωή του θα επηρεάσει το έργο του. Οι δημιουργίες εκείνης της περιόδου, αν και δεν ανήκουν στα πιο γνωστά του έργα, φανερώνουν έναν μεγάλο ζωγράφο που αναπτύσσει και σταδιακά αποκτάει τον προσωπικό του χαρακτήρα, με επιρροές από πολλαπλές τεχνικές και σχολές της Ιταλικής Αναγέννησης. Σημαντικότερη ίσως επιρροή στην εξέλιξή του αποτελεί η περίφημη σχολή της Φλωρεντίας, που θεωρείται η πιο εμβληματική πόλη για τις τέχνες την εποχή της Ιταλικής Αναγέννησης.
Στη Φλωρεντία, όχι μόνο θα εργαστεί αλλά θα έρθει σε επαφή με τα έργα του Leonardo Da Vinci, ο οποίος ως πιο έμπειρος ζωγράφος και 30 χρόνια περίπου μεγαλύτερος σε ηλικία θα επηρεάσει την τεχνική και τις σύνθεσεις του νεαρού Raphael. Στο εξής η ζωγραφική του θα βασίζεται κυρίως σε δυναμικές γεωμετρίες που εντείνουν το σύνολο της σύνθεσης, οικοδομώντας ένα πολύ πλούσιο οπτικό αποτέλεσμα το οποίο σταδιακά γίνεται σήμα κατατεθέν του έργου του. Η περίοδος της Φλωρεντίας μπορεί να είναι σύντομη και να διήρκησε μόνο πέντε χρόνια -αφού το 1508 ο καλλιτέχνης φεύγει για τη Ρώμη-, είναι όμως ιδιαίτερης σημασίας, αφού εκεί διαμόρφωσε το ύφος που αναγνωρίζουμε μέχρι σήμερα και που τον χαρακτηρίζει τα επόμενα χρόνια της δημιουργικής του πορείας.
Στη Ρώμη, ο Raphael θα περάσει το υπόλοιπο της ζωής του και την πιο δημιουργική του περίοδο. Ο Πάπας Ιούλιος ο Β’ θα τον καλέσει και θα ξεκινήσει άμεσα να εργάζεται στα fresco της παπικής βιβλιοθήκης του Βατικανού, κερδίζοντας τόσο τον θαυμασμό για την εξαίσια τεχνική του όσο και τη συμπάθεια αρκετών ατόμων για τον αξιαγάπητο χαρακτήρα του. Κατά κοινή ομολογία της εποχής, ο Raphael παρά το νεαρό της ηλικίας του υπήρξε πολύ ώριμος, και γνώριζε πώς να γίνεται συμπαθής και πρόσχαρος, ικανότητα που του επέτρεπε να ελίσσεται και να συνδιαλέγεται με άνεση τους ανθρώπους της ιταλικής Αριστοκρατίας αλλά και της Εκκλησίας που εκείνη την εποχή είχε τεράστια εξουσία στην πολιτική. Αυτή η άμεση αποδοχή του Raphael προκάλεσε όμως και αντιπαλότητες, με διασημότερη αυτήν του Michelangelo, ο οποίος ήταν γνωστός για τη μονίμως κακή του διάθεση. Στα επόμενα χρόνια, ο Michelangelo θα κατηγορήσει συχνά τον Raphael ότι συνωμοτεί και του κλέβει τις ιδέες, κατηγορίες που κατά πάσα πιθανότητα δεν ευσταθούν και είναι προϊόν της περίφημης αντιζηλίας.
Στη διάρκεια των επόμενων δώδεκα ετών, ο Raphael θα φιλοτεχνήσει έργα που ανήκουν στα σημαντικότερα της δυτικής τέχνης, όπως η περίφημη «Σχολή των Αθηνών», ένα fresco που είναι διεθνώς αναγνωρισμένο για τη ζωγραφική του αρτιότητα. Πρόκειται για ένα από τα πρώτα δείγματα της δουλειάς του στο Αποστολικό Παλάτι, ενώ παράλληλα αποτελεί την τέλεια αναπαράσταση του αναγεννησιακού πνεύματος με την ανάδειξη της αρχαίας ελληνικής φιλοσοφίας που έπαιξε καταλυτικό ρόλο στην έξοδο από τον Μεσαίωνα. Εικαστικά, διακρίνεται για τη συνθετική του πολυπλοκότητα καθώς περιλαμβάνει πολλαπλές παραστάσεις με φιγούρες που συνδιαλέγονται μεταξύ τους και ως σύνολο οικοδομούν μια λειτουργική εικόνα. Μία τοιχογραφία ανάλαφρη και αβίαστη, λες και ο θεατής βλέπει την πραγματική σχολή και όχι μια στημένη αναπαράσταση.
Η ελευθερία που επιδεικνύει στη ζωγραφική του αποτελεί το στοιχείο που ξεχωρίζει τον Raphael από άλλους ζωγράφους της Ιταλικής Αναγέννησης, καθώς ξεπερνάει προβλήματα όπως το συχνά επιτηδευμένο στήσιμο και το συχνά άκαμπτο σχέδιο. Ο Raphael εστιάζει στη ροή της αφήγησης και του χρώματος και εν τέλει αυτή η ελεύθερη ροή είναι που τον αναδεικνύει σε σημαντικότερο ζωγράφο της Αναγέννησης. Παρά το νεαρό της ηλικίας του, τα ζωγραφικά του έργα είναι κατά κοινή ομολογία πιο άρτια από τα έργα των άλλων δύο μεγάλων της Αναγέννησης, του Leonardo Da Vinci και του Michelangelo, οι οποίοι διακρίθηκαν σε άλλους τομείς των εικαστικών τεχνών.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν επίσης τα σχέδια του Raphael. Όσα σώζονται μαρτυρούν μία τρομερή σχεδιαστική ευαισθησία αλλά και μία σχεδόν ανυπέρβλητη γνώση ανατομίας και κινησιολογίας, καθώς στα προσχέδια ο ζωγράφος παρουσιάζει εκτενώς τις σκέψεις του για τα τελικά του έργα. Τα σχέδια, παρά το γεγονός ότι πολλοί τα παραβλέπουν, αποτελούν έναν εξίσου σημαντικό καλλιτεχνικό θησαυρό, καθώς φανερώνουν μία πτυχή του καλλιτέχνη που είναι αδύνατον να ειδωθεί χωρίς αυτά. Όπως οι σημειώσεις για έναν συγγραφέα, έτσι και τα σχέδια για ένα ζωγράφο εκθέτουν πλήρως το μεγαλείο της σκέψης του και τις δυνατοτήτές του.
Η καριέρα του Raphael θα τελειώσει πολύ νωρίς, το 1520, αφού θα πεθάνει σε ηλικία μόλις 37 ετών. Σύμφωνα με πηγές της εποχής, ο θάνατος του Raphael θα προέλθει ύστερα από έναν υψηλό πυρετό που ανέβασε μετά από μια άγρια νύχτα πάθους με την ερωμένη του, την Margherita Luti, με την οποία διατηρούσε μία ιδιαίτερα παθιασμένη σχέση παρά τον πολυετή αρραβώνα του με την κόρη ενός από τους προστάτες του στη Ρώμη. Ήταν όμως τόσο μεγάλη η εύνοια και η αγάπη του κόσμου και της αριστοκρατίας προς το πρόσωπό του, που όλοι έκλειναν τα μάτια στα αμέτρητα σεξουαλικά σκάνδαλα που συνόδευαν το όνομά του, και ο Raphael έφτασε να γίνει ιππότης του Παπικού Τάγματος. Στην κηδεία του παρευρέθηκε τεράστιο πλήθος κόσμου και μετά από προσωπική του επιθυμία τάφηκε στο Πάνθεον της Ρώμης, όπου ακόμη και σήμερα βρίσκεται η σαρκοφάγος του.