Rodriguez: Ένα υποτιμημένο ταλέντο, μια απίστευτη ιστορία, ένας ταπεινός άνθρωπος…
Γεννημένος το 1942 στο Ντητρόιτ των Η.Π.Α., ο Rodriguez είναι το έβδομο παιδί μιας οικογένειας Μεξικανών εργατών, οι οποίοι έφτασαν στις Η.Π.Α. την δεκαετία του ΄20 για να βρουν δουλειά σε βιομηχανίες και εργοστάσια. Παρά την έντονη αποξένωση και περιθωριοποίηση που αντιμετώπιζαν οι Μεξικανοί μετανάστες ήδη από εκείνη την εποχή –μάλιστα, στα περισσότερα τραγούδια του ο Rodriguez παίρνει έντονη πολιτική στάση πάνω στις δυσκολίες που αντιμετώπιζαν τα φτωχά στρώματα του Ντητρόιτ– και παρά το φτωχό οικογενειακό του υπόβαθρο, το 1981 θα καταφέρει να πάρει Μπάτσελορ φιλοσοφίας.
Με τη μουσική θα ασχοληθεί δισκογραφικά για πρώτη φορά το 1967, όπου με το όνομα “Rod Riguez” –το οποίο του δόθηκε από την δισκογραφική του– θα κυκλοφορήσει ένα single. Για τρία χρόνια δεν θα ηχογραφήσει τίποτε άλλο, ώσπου το 1970 υπογράφει με την Sussex Records και, με το καλλιτεχνικό όνομα “Rodriguez“, θα κυκλοφορήσει δυο άλμπουμ: “Cold Fact” το 1970 και “Coming From Reality” το 1971. Όμως, παρά την προσεγμένη παραγωγή, την πλούσια ενορχήστρωση, την καθαρή, κρυστάλλινη φωνή του ίδιου του Rodriguez και τους άλλοτε ποιητικούς κι άλλοτε καυστικούς στίχους, τα δυο άλμπουμ δεν θα πουλήσουν στις Η.Π.Α. παρά μερικά μόνο αντίτυπα κι έτσι ο Rodriguez θα εκτοπιστεί από την στέγη της Sussex, η οποία μερικά χρόνια αργότερα, το 1975, θα βάλει λουκέτο. Η ειρωνεία είναι πως την στιγμή που γίνονταν αυτά, ο τραγουδοποιός είχε ξεκινήσει ήδη να ηχογραφεί το τρίτο του άλμπουμ, το οποίο δεν κυκλοφόρησε ποτέ. Καπου εδώ όμως τελειώνει η καταγραφή των βιογραφικών στοιχείων της σύντομης και άδοξης καριέρας του στην Αμερική και ξεκινάει η απίστευτη ιστορία του κάπου αλλού…
Την δεκαετία του ΄90, ένα από τα λίγα αντίτυπα του πρώτου δίσκου του Rodriguez που είχαν πουληθεί στις ΗΠΑ, φτάνει τυχαία μέσω κάποιου φοιτητή στη Νότια Αφρική κι από καθαρή τύχη αρχίζει να ακούγεται και να διαδίδεται σε φοιτητικές συνευρέσεις και πάρτυ. Η διάδοση κι η αποδοχή που είχε η μουσική του Rodriguez στους καταπιεσμένους από το ρατσιστικό καθεστώς του Απαρτχάιντ φοιτητές, ήταν τόση, ώστε έφτασε στο σημείο να θεωρείται ο ανεπίσημος ύμνος του φοιτητικού αντικαθεστωτικού κινήματος. Μεγάλη ήταν κι η επιρροή του στα φοιτητικά μουσικά συγκροτήματα της εποχής που διψούσαν για έκφραση κι αντίδραση. Μετά την πτώση του Απαρτχάιντ κι ενώ ο ίδιος ο Rodriguez δεν είχε την παραμικρή ιδέα για την επιτυχία του στη Νότια Αφρική, άρχισαν στην χώρα αυτή να κυκλοφορούν σε κασέτες και cd, σαν bootleg, και τα δυο άλμπουμ του, τα οποία μάλιστα έφτασαν σε σημείο να πουλήσουν περισσότερα αντίτυπα κι από –άκουσον, άκουσον– τον Elvis Presley! Ταυτόχρονα, το όνομα του Rodriguez άρχιζε να το σκεπάζει ένα πέπλο μυστήριου, αφού κανείς δεν μπορούσε να έρθει σε επαφή μαζί του ή με την δισκογραφική του –η οποία είχε κλείσει όπως είπαμε. Ουσιαστικά, κανείς δεν ήξερε ποιος πραγματικά ήταν και σε ποια πόλη έμενε, ενώ την ίδια στιγμή διαδόθηκαν έντονες φήμες πως είχε αυτοκτονήσει.
Όλα αυτά και πολλά άλλα περιγράφονται στην ταινία “Searching for Sugar Man” όπου δυο Νοτιοαφρικανοί θαυμαστές του Rodriguez αφηγούνται την προσπάθειά τους να βρουν τα ίχνη του και να διαπιστώσουν, αν οι φήμες περί αυτοκτονίας ήταν σωστές ή όχι. Όμως δεν θα πω τίποτε άλλο για το ντοκιμαντέρ, γιατί αξίζει πραγματικά να δείτε μόνοι σας την κατάληξη αυτής της απίστευτα συγκινητικής ιστορίας.
Το soundtrack της ταινίας περιέχει επιλεγμένα τραγούδια κι από τα δυο άλμπουμ που κυκλοφόρησε ο Rodriguez συν τρία ακυκλοφόρητα από το τρίτο που ετοίμαζε. Το μουσικό του στυλ βασίζεται στην ακουστική κιθάρα, έχει έντονο φολκ ύφος με αρκετές blues και rock επιρροές κι αρκετοί τον έχουν συγκρίνει με τους σύγχρονούς του, Bob Dylan και Cat Stevens. Ιδιαίτερη σημασία έχει το “Cause“, ένα τρυφερό και συγκινητικό τραγούδι, το οποίο κλείνει τον δεύτερο δίσκο του, “Coming from reality” και είναι θλιβερά προφητικό αλλά και ρομαντικά ποιητικό:
Cause I lost my job two weeks before Christmas/ And I talked to Jesus at the sewer and the Pope said it was none of his God-damned business/ While the rain drank champagne my Estonian Archangel came and got me wasted / Cause the sweetest kiss I ever got is the one I've never tasted.
Όντως, η Sussex Records τον έδιωξε λίγες εβδομάδες πριν τα Χριστούγεννα…
Το “Searching for Sugar Man” συνέβαλε καθοριστικά, ώστε ο Rodriguez να αποκτήσει τελικά, σαράντα χρόνια μετά, στην πατρίδα του τις Η.Π.Α., την αναγνωρισιμότητα και αποδοχή που άξια δικαιούται. Αυτό που είναι όμως το πιο σημαντικό και κάνει την ιστορία του Rodriguez ιδιαίτερη και ξεχωριστή, είναι η ταπεινότητα με την οποία αντιμετώπισε ο ίδιος όλη αυτή την ξαφνική δημοσιότητα˙ συνέχισε χαμογελαστός και περήφανος να ζει όπως και πρώτα, σπαρτιάτικα, στην ίδια πόλη, στην ίδια γειτονιά, σε ένα μικρό και λιτό δωμάτιο με ένα πενιχρό εισόδημα και πάντα προσπαθώντας να βελτιώσει τη ζωή της εργατικής τάξης της πόλης του μέσα από την συμμετοχή του στα τοπικά κοινά.
Ο Rodriguez είναι ένα φωτεινό και προς μίμησην παράδειγμα αληθινού τραγουδοποιού και καλλιτέχνη: ενός καλλιτέχνη που με την στάση ζωής του στηρίζει με συνέπεια τα πιστεύω του και τραγουδάει με πάθος γι΄αυτά˙ ο Rodriguez μας απέδειξε στην πράξη πως η ποιότητα δεν έχει πάντα επιτυχία και πως η δόξα δεν έχει πάντα αλαζονεία…
Info: www.rodriguez-music.com
www.facebook.com/RodriguezMusic