Σταυραδέρφια, του Ernst Haffner
Aus Angst: Σημείωμα για το μυθιστόρημα «Σταυραδέρφια» του Ernst Haffner σε μετάφραση Γιώτας Λαγουδάκου που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Αρμός.
Ο Paul Preston* σε μια ιστορική ανάκληση των ειδικών συνθηκών που οδήγησαν στην πτώση της δημοκρατίας της Βαϊμάρης, στηλιτεύει τις πρακτικές των βιομηχάνων και των κλειστών κλαμπ που με την βοήθεια των μέσων ενημέρωσης και του τραπεζικού δικτύου ανακόπτουν τις κοινωνικές μεταρρυθμίσεις που προώθησε ο κυβερνητικός συνασπισμός. Οι δυνάμεις της αριστεράς που είχαν αναλάβει την εξουσία απέτυχαν παταγωδώς στην διαμόρφωση μιας κοινής ταυτότητας και ο Αδόλφος Χίτλερ, με τις ευλογίες του απερχόμενου συστήματος κατάφερε να ηγηθεί του Εθνικοσοσιαλιστικού κόμματος. Εμπνευστής και θιασώτης της γερμανικής, φυλετικής καθαρότητας κερδίζει το χρίσμα με εκλογική νοθεία. Η ιστορία όμως έχει κιόλας γραφτεί και οι τίτλοι στις σελίδες του βιβλίου της περιμένουν τις εκατόμβες των νεκρών του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Άλλος δρόμος δεν υπάρχει για την Γερμανία που κωφή και τυφλή εισέρχεται στην επίπλαστη και τραγική, συλλογική της ευτυχία. Η Βαϊμάρη των μεταρρυθμιστών και των κοινωνικών αλλαγών θα παραχωρήσει την θέση της στις αναρίθμητες υπηρεσίες που δημιουργεί ο παράφρων Himler για να θωρακίσει το καθεστώς από κάθε αντίσταση. Όλα τα υπόλοιπα είναι λίγο πολύ γνωστά, η άνοδος, η φρίκη και η πτώση του Χίτλερ, η αμερικάνικη βοήθεια που κράτησε όρθιο τον πληθυσμό του Βερολίνου όταν όλοι οι δρόμοι σφραγίζονταν, η διαίρεση, οι σφαίρες της επιρροής, η συνένωση, η πτώση του Τείχους και το οικονομικό θαύμα της Γερμανίας.
Κανείς δεν θυμάται πια τα «Σταυραδέρφια», εκείνους τους επιπόλαιους νεαρούς του προπολεμικού Βερολίνου. Ποιος θυμάται την ιστορία τους μες στα ύποπτα κεντράκια, τις έξεις τους τις θλιβερές στις παρανομίες κανείς δεν τις θυμάται. Θα τα σάρωσε και εκείνες το Ράιχ, ή πάλι έπεσαν θύματά του σε κάποια από τις αναρίθμητες μάχες που δόθηκαν στην γερμανοπολωνική πεδιάδα. Κανείς δεν θα μάθει αν αυτοί οι νεαροί απόκληροι της ζωής, έκθετοι στον κίνδυνο και την ασυδοσία ενός κόσμου παραδομένου σε εξάρσεις και φαντασιώσεις, μπόρεσαν να σωθούν από την λαίλαπα εκείνης της Γερμανίας. Ίσως οι δυσκολίες της ζωής τους που τόσο ρεαλιστικά όσο και μελαγχολικά παραθέτει ο Ernst Haffner στο λησμονημένο του βιβλίο «Σταυραδέρφια» σε μετάφραση Γιώτας Λαγουδάκου να μην ήταν τίποτε εμπρός σε εκείνο το σκοτεινό χρέος που τους επιφύλασσε η ιστορία. Μαριονέτες της ζωής, θύματα της ανέχειας και του αμαρτωλού παρελθόντος της Γερμανίας η μοίρα θέλησε την πρώτη τους νιότη θαμμένη μες στα ορφανοτροφεία της χριστιανικής πίστης. Αυτής της ίδιας που στάθηκε στο πλευρό του γερμανικού, ναζιστικού καθεστώτος πλάθοντας και συγχωρώντας τις αγριότερες συνειδήσεις του καιρού. Οι φίλοι του Haffner δεν διαθέτουν παρελθόν και μέλλον, μονάχα ένα βρώμικο παρόν, ξοδεμένο σε ασφυκτικά μαγαζιά δευτέρας ποιότητας. Σε συνευρέσεις ερωτικές που τίποτε δεν σημαίνουν, μονάχα συγκρατούν λίγο ακόμη όρθιο το μάρκο. Για τα παιδιά του Γερμανού συγγραφέα που επανέρχεται από τις εκδόσεις του Αρμού και την υπέροχη, όσο και ατμοσφαιρική μετάφραση της Γιώτας Λαγουδάκου που κατορθώνει να μεταφέρει αυτούσια την αρρωστημένη εκδοχή του Βερολίνου, δεν υπάρχουν τρομαχτικές χαρές, έρωτες ή μεγάλες απώλειες. Όλα κυλούν κάτω από τα βήματά τους σαν ένα νωχελικό ποτάμι. Τίποτε δεν έχει αξία, πέρα από ένα πιάτο φαΐ και μια δεκάδα τσιγάρα. Ολόκληρο το Βερολίνο θα μπορούσε να εξαγοραστεί με μια χούφτα τσιγάρα. Οι φίλοι που η καθημερινή περιπέτεια έκανε Σταυραδέρφια σαν πεινάσουν τρώνε το φεγγάρι. Ψωμάκια καπνισμένα και ζεσταμένη μπύρα. Τόσο αξίζει η ευτυχία των παιδιών του Ernst Haffner που έρχονται σκληρά, άμεσα και αληθινά να αποκαλύψουν το αληθινό πρόσωπο της Γερμανίας. «Παράνομος υπόκοσμος του Βερολίνου», «υπόγεια μπαρ και αυτοσχέδιοι ξενώνες», «η ζωή των συμμοριών» και άλλες ιδιότυπες συνθήκες του πιο πιστού ειδώλου στο Βερολίνο παραθέτονται με τον θαυμάσια ειλικρινή τρόπο του Γερμανού συγγραφέα.
Ο αναγνώστης θα μεταλάβει την αίσθηση της άρρωστης πόλης, με τις ρομαντικές προλετάριες του έρωτά, με τους μαύρους κύκλους και τα τραγικά μαλλιά . Θα ταξιδέψει μες σε ένα βαγόνι γεμάτο άχυρο για την γερμανική πρωτεύουσα μετρώντας το σκοτάδι με την καύτρα του για να συναντήσει το κουρασμένο μπαλέτο της γερμανικής κοινωνίας που ετοιμάζεται να παραδώσει όλα τα κλειδιά στο Ράιχ. Σφαίρες και αποχαιρετισμοί, φίλοι χαμένοι, θέσεις αδειανές εκεί που άλλοτε τα Σταυραδέρφια κανονίζουν τις δουλειές τους. Το Βερολίνο του Haffner έπαψε να το θυμάται ο Θεός. Στην θέση του η καγκελαρία ετοιμάζεται να προσυπογράψει το τέλος της ιστορίας. Μα τα «Σταυραδέρφια» δεν νοιάζονται για την ιστορία και υπάκουα ακολουθούν τα πράγματα που φέρνει η ζωή εμπρός τους. Αρπάζουν κάθε ευκαιρία που τους δίνεται και αποφεύγουν τις αρχές. Επιστρατεύουν ψεύτικα ονόματα, πεισμώνουν και όλο επιστρέφουν σε μια πολύβουη, βερολινέζικη πλατεία που κανείς δεν θα ζωγράφιζε. Μοιράζουν τα κλοπιμαία και ύστερα γελούν σαν παιδιά γύρω από το τραπέζι στο Νοίκελν, ευχαριστώντας τον βερολινέζικο Θεό που τους χάρισε τύχη καλή. Έπειτα η τελετή επαναλαμβάνεται, δίχως τίποτε το ωραίο ή το ηρωικό.
Επειδή αυτή είναι η Γερμανία που αποκαλύπτει το λησμονημένο βιβλίο του Γερμανού συγγραφέα. Το βιογραφικό των εκδόσεων Αρμός γράφει για τον Ernst Haffner. «Υπήρξε Γερμανός κοινωνικός λειτουργός, δημοσιογράφος και μυθιστοριογράφος, του οποίου το πλέον γνωστό μυθιστόρημα Blutsbruder εκδόθηκε στα 1932». Έναν χρόνο αργότερα το Ράιχ ανέλαβε να σβήσει για πάντα κάθε ανάμνηση από το μνημειώδες μυθιστόρημα του Ernst Hoffner. Έκτοτε δεν γνωρίζουμε τίποτε για τον συγγραφέα. Αποσύρεται από την τέχνη του και ομολογεί την πράξη του ενώπιον του Λογοτεχνικού Επιμελητηρίου. Στους χώρους του θα ανακριθεί και έπειτα θα σβήσουν όλα του τα ίχνη. Κανείς δεν ξέρει αν ο συγγραφέας επέζησε από την συναλλαγή του με τον Λεβιάθαν της γερμανικής ουτοπίας.
Καμιά φορά συλλογιέμαι πως τα βιβλία μεταμορφώνονται σε ανθρώπους για μια στιγμή μονάχα. Πως στέκουν με την μνήμη τους ακέραια, με το χρονικό τους γλαφυρό και αδιάψευστο. Άλλοτε χαρτονένια τα εξώφυλλα φτερουγίζουν τριγύρω και πάλι βαριά με την μελαγχολία καρφιτσωμένη επάνω τους, κρύβουν σελίδες ολόκληρες από πένθιμους επικήδειους και κουρελιασμένα τοπία. Σε αυτήν την κατηγορία ανήκουν τα «Σταυραδέρφια» με τα πλάνα τους που μας αφήνουν αμήχανους, με τα πορτραίτα του υποκόσμου και τις παραμορφωμένες οπτασίες. Στο καινούριο μυθιστόρημα του Αρμού το Βερολίνο σκοτώνει, πρόκειται για μια μεγάλη πόλη που καταρρέει κάθε μέρα όλο και περισσότερο φροντίζοντας να κρατά οξυμένη την επινοητικότητα και το θάρρος των ανθρώπων της. Στα κεντράκια ντουέτα τύπου Τζιμ και Τζένυ παίζουν σε μια δεύτερη πράξη την σκηνή του μπορντέλου. Πουθενά δεν κερδίζει ο έρωτας. Στα σημεία επικρατεί η αλητεία του Βερολίνου και μια τραχιά, παγωμένη ζωή που μεθάει με αντιξοότητες και λαθραία ταξίδια. Και μια ευάλωτη ελπίδα.
Παντού ξεχωρίζουν τα «Σταυραδέρφια» που ξέρουν να μοιράζουν τα κέρδη και να αγαπιούνται με ένα γκρίζο φωτοστέφανο πάνω από τα κεφάλια τους. Πίσω από τον ραγισμένο καθρέφτη του Ernst Haffner προβάλλει το Βερολίνο, ο Βίλι, ο Λούντβιχ, μια ολόκληρη κουστωδία από παιδιά που ξέρουν να διασκεδάζουν σε λαϊκές χοροεσπερίδες, να παίρνουν εκδίκηση και να ονειρεύονται. Από τις εκδόσεις του Αρμού.
* Ο Paul Preston είναι Άγγλος ιστορικός και ισπανιστής, βιογράφος του Φράνκο, ειδικός στην ισπανική ιστορία, και ιδιαίτερα στον ισπανικό εμφύλιο πόλεμο, τον οποίο έχει μελετήσει για περισσότερα από 30 χρόνια.
Σταυραδέρφια, του Ernst Haffner
Μετάφραση: Γιώτα ΛαγουδάκουΕκδόσεις Αρμόςσελ. 288