Τα εφτά φεγγάρια του Μάαλι Αλμέιντα, του Shehan Karunatilaka
Η υπαρξιακή Ιστορία στα «Εφτά φεγγάρια του Μάαλι Αλμέιντα».
Όταν ο Μάαλι Αλμέιντα, γκέι φωτογράφος στο Κολόμπο της Σρι Λάνκα, δολοφονείται βάναυσα, η ψυχή του φεύγει από το σώμα του και μεταβαίνει στον επέκεινα τόπο που πηγαίνουν όλες οι ψυχές για να μάθουν πώς θα προετοιμαστεί η οριστική τους μετάβαση στη μετά θάνατον ζωή. Σε αυτόν τον επέκεινα τόπο ο Μάαλι, χωρίς καμιά μνήμη πλέον για το τι έγινε, συνειδητοποιεί ότι πρέπει να ανακαλύψει τι ακριβώς του συνέβη. Του απομένουν εφτά ημέρες (ή αλλιώς εφτά φεγγάρια) ώστε να μάθει ποιος είναι υπεύθυνος για τη δολοφονία του και για ποιο λόγο, ούτως ώστε στο τέλος αυτού του διαστήματος να κάνει το επόμενο βήμα στη μετά θάνατον ζωή. Αυτή με λίγα λόγια είναι η ιστορία που διηγείται ο Καρουνατιλάκα στο -βραβευμένο με το Booker του 2022- μυθιστόρημά του, «Τα εφτά φεγγάρια του Μάαλι Αλμέιντα».
Πρόκειται για ένα μυθιστόρημα μαγικού ρεαλισμού που συνδυάζει ρεαλισμό και παραμυθικά, μαγικά και μεταφυσικά στοιχεία, και το οποίο δανείζεται αρκετά από το αστυνομικό μυθιστόρημα (με το κεντρικό αίνιγμα της δολοφονίας και των υπόπτων) αλλά μένει στον πυρήνα του βαθιά κοινωνικοπολιτικό, αναφερόμενο στην ταραγμένη ιστορία της Σρι Λάνκα. Καθ’ όλη τη διάρκειά του, το μυθιστόρημα αφηγείται ιστορίες και εικόνες που αφορούν την κοινωνία, την πολιτική και την ιστορία της περιοχής, με σαφείς, δηκτικές αλλά και καθόλα ρεαλιστικές και ωμές αναφορές στις πολιτικές συγκρούσεις -και τα απορρέοντα από αυτές εγκλήματα- που καταδυνάστευσαν τη Σρι Λάνκα, και στις οποίες ενεπλάκησαν με διαφορετικούς ρόλους οι κυβερνώντες, οι εθνικιστές και οι αποσχιστές, οι κομμουνιστές και αριστεροί, καθώς και διάφοροι διεθνείς παράγοντες (με έμφαση στην εμπλοκή τόσο της Ινδίας όσο και των δυτικών, κυρίως αμερικανικών, δυνάμεων). Κατά βάση, τα «Εφτά φεγγάρια» είναι μια συνεπής καταγραφή και ένα βροντερό «κατηγορώ» απέναντι στις δυνάμεις (εσωτερικές και εξωτερικές, πολιτικές και στρατιωτικές) που φρόντισαν με την ανηλεή βία, τις δολοπλοκίες και τα ανθρωπιστικά εγκλήματα που διέπραξαν να αφήσουν ανεπούλωτα τραύματα στο σώμα της χώρας, σχεδόν καταδικάζοντας το λαό της σε ένα φαύλο κύκλο διαφθοράς και φρίκης που καθιστά αδιανόητη την ειρήνευση, τη συμφιλίωση και την πρόοδο.
Το μυθιστόρημα παραμένει ζωηρό και συναρπαστικό καθ’ όλη τη διάρκειά του, γεγονός που οφείλεται τόσο στον ισχυρό χαρακτήρα του κεντρικού αινίγματος του εγκλήματος, το οποίο συνδυάζεται αρμονικά με την εξιστόρηση της ιδιαίτερης κοινωνικοπολιτικής ιστορίας των χαρακτήρων και της χώρας τους, όσο και στο συγγραφικό ύφος και τόνο και την επιλογή μιας ευφάνταστης αφηγηματικής ματιάς (με τη φωνή και την προοπτική του νεκρού και με υπαρξιακή αμνησία πρωταγωνιστή). Αυτοί οι δύο παράγοντες έρχονται και συνδυάζονται εξαιρετικά μεταξύ τους και αποδίδουν ένα έργο το οποίο καταφέρνει και «χωνεύει» πολλά πράγματα ταυτόχρονα: τα εθνογραφικά, θρησκευτικά και πολιτισμικά χαρακτηριστικά του λαού της Σρι Λάνκα δοσμένα μέσα από μια μυθική προοπτική, το σκληρό ρεαλισμό που απαιτείται για την καταγραφή βίαιων ιστορικών γεγονότων, τη σκωπτική, σκεπτική και αυθάδικη φωνή που εκτοξεύει την κριτική της απέναντι στον κόσμο και ιδίως στις όποιες μορφές εξουσίας δένουν τα υποκείμενα, και τέλος τη γνήσια ευαισθησία απέναντι στην ταυτότητα, την πραγμάτωση και την ηθική αξιοπρέπεια του ατόμου.
Αλλά για εμένα εκείνο που καθιστά αυτό το μυθιστόρημα εξαιρετικά βαθύ είναι ο τρόπος που επιλέγει να πει μια τόσο δύσκολη και σκληρή ιστορία όπως αυτή των πολιτικών και ανθρωπιστικών εγκλημάτων που συντελέστηκαν στη Σρι Λάνκα. Κάνοντας την επιλογή του μαγικού ρεαλισμού και της τοποθέτησης της δράσης σε ένα επίπεδο που αφορά την τύχη των ψυχών, ο Καρουνατιλάκα παίρνει μια απόφαση που προσδίδει ιδιαίτερο νοηματικό βάθος και βάρος στην αφήγηση. Εκείνο που διαδραματίζεται τελικά στο βιβλίο δεν είναι απλώς μια σκληρή, ωμή ιστορία για τις τύχες και τα τραύματα μια χώρας και των ατόμων που την κατοικούν. Εδώ συμβαίνει κάτι παραπάνω: ό,τι συμβαίνει, συμβαίνει με τέτοιο τρόπο που η σημασία του δεν περιορίζεται σε ένα μόνο επίπεδο αλλά αγγίζει και πιο ριζικά επίπεδα της ύπαρξης. Έτσι το μεταφυσικό και μαγικό-μυθικό γίνεται ο αρμόζων τρόπος να ειπωθεί μια βάναυση ιστορία παθών. Γιατί ο χαρακτήρας των συμβάντων, η συγκλονιστική τους όψη, η βαναυσότητά τους δεν υπάρχουν μόνο ιστορικά, στη διάσταση δηλαδή που βιώνουν καθημερινά οι ζωντανοί. Αντιθέτως είναι υπαρξιακής εμβέλειας· το αλλόκοτο και το απάνθρωπο καθορίζουν τόσο βαθιά της ψυχές αυτών που περνάνε από τον κόσμο ώστε έχουν συνέπειες μέχρι και στο θάνατο, ακόμα και στο πώς οι ψυχές αρχίζουν και σκέφτονται τον εαυτό τους και την ουσία του, πώς αποτιμούν και διαπραγματεύονται όσα έζησαν και πώς παίρνουν αποφάσεις για το πώς οφείλουν να πορευτούν στο μεταφυσικό πεδίο της «κρίσης». Αυτό κατορθώνει ο Καρουνατιλάκα στο έργο του, να παραδώσει στους αναγνώστες την πιο εκτεταμένη αφήγηση για το πώς επεξεργάζονται και αντιμετωπίζουν οι άνθρωποι τα τραύματα που επηρεάζουν τον ίδιο τον πυρήνα τους.
Τα «Εφτά φεγγάρια του Μάαλι Αλμέιντα» είναι εν τέλει ένα βαθύ και στοχαστικό μυθιστόρημα με βαθιές ρίζες στην ίδια την ιστορία. Και παρόλο που είναι εξαιρετικά συγκεκριμένο στο τι θέματα διαχειρίζεται, ταυτόχρονα χάρη στο εύρος του τρόπου με τον οποίο τα επεξεργάζεται καταφέρνει να γίνει και εξαιρετικά ανθρωπιστικό, αφορώντας την ουσία της ανθρώπινης ψυχής όπως αυτή αναστοχάζεται και αντιμετωπίζει τον πόνο και τα εγκλήματα σε βάρος της. Από αυτή την άποψη, και χάρη στο ζωηρό και γεμάτο ελευθερία και κριτική ματιά ύφος του συγγραφέα, το μυθιστόρημα κατορθώνει πάντοτε να κρατά τον αναγνώστη κοντά του και σχεδόν άκοπα, δίχως βία, μέσα στον πυρήνα των νοημάτων και της φωνής του.
Τα εφτά φεγγάρια του Μάαλι Αλμέιντα, του Shehan Karunatilaka
Μετάφραση: Ρένα Χατχούτ
Εκδόσεις Gutenberg
σελ. 609