Scroll Top

Βιβλιοθήκη

Τα όνειρα στο Τρίτο Ράιχ: Η εσωτερίκευση του ολοκληρωτισμού

feature_img__ta-oneira-sto-trito-raix-i-esoterikeusi-tou-oloklirotismou
Γιατί να μας απασχολούν σήμερα τα όνειρα που έβλεπαν οι πολίτες της Γερμανίας στο Τρίτο Ράιχ; Δεν έχουν ειπωθεί ήδη άπειρα πράγματα, δεν έχουν αναλυθεί πια όλες οι πηγές, δεν αρκεί η πραγματικότητα εκείνης της περιόδου για να κατανοήσουμε τη φρίκη σε όλο της το εύρος; Χρειάζεται λοιπόν να καταφύγουμε και στον κόσμο των ονείρων; Αυτές είναι λίγες μόνο από τις απορίες που κατά πάσα πιθανότητα θα γεννηθούν στο μυαλό εκείνου που θα πιάσει στα χέρια του το βιβλίο «Τα όνειρα στο Τρίτο Ράιχ» της Charlotte Beradt. Μετά τις απορίες, θα γεννηθεί η περιέργεια. Τι μπορεί, πράγματι, να έβλεπαν στον ύπνο τους οι άνθρωποι εκείνοι που βρέθηκαν να ζουν κάτω από ένα ολοκληρωτικό καθεστώς; Πόσο βαθιά στο υποσυνείδητό τους κατάφερε να εισχωρήσει άραγε η εξουσία; Και, τέλος, θα προκύψει και η ερώτηση: «Χρειάζομαι γνώσεις ψυχολογίας για να καταλάβω τις προεκτάσεις αυτών των ονείρων;» Η απάντηση είναι «όχι».

Στο βιβλίο της Charlotte Beradt το όνειρο επανεκτιμάται ως μέσο γνώσης. Πάνω από τριακόσια άτομα μιλούν στη συγγραφέα για τα όνειρά τους από το 1933 μέχρι το 1936 κι εκείνη τα συγκεντρώνει καταγράφοντάς τα με κωδικοποιημένες λέξεις. Έπειτα τα ταχυδρομεί σε διάφορες διευθύνσεις του εξωτερικού και τα δημοσιεύει αργότερα, έχοντας και η ίδια πια διαφύγει από τη Γερμανία. Η Beradt αντιλαμβάνεται τα όνειρα των ανθρώπων ως σεισμογράφους του αντίκτυπου του εξωτερικού πολιτικού γίγνεσθαι στον εσωτερικό κόσμο των ανθρώπων. Είναι εύκολο να κριθούν οι εξωτερικές συμπεριφορές εκείνων που είτε υποτάχθηκαν στο καθεστώς είτε αντιστάθηκαν σε αυτό. Εκείνο που δεν είναι εμφανές είναι οι ενδόμυχες διεργασίες που ακολουθήθηκαν στον καθένα προκειμένου να εσωτερικεύσει τον ολοκληρωτισμό και να τον βιώσει ως αναπόσπαστο κομμάτι της ζωής του. Η συγγραφέας προβαίνει σε μια εξαιρετικά εύστοχη κατηγοριοποίηση των ονείρων, σύμφωνα με τα στοιχεία εκείνα που θεωρεί ότι υπερτερούν συνδέοντας το ένα όνειρο με το άλλο. Κάθε μικρό της κεφάλαιο εισάγεται με τον ενδεικτικό του τίτλο και συνοδεύεται από αποσπάσματα λογοτεχνίας ή και φιλοσοφίας, που χαρίζουν στο έργο μια ευρύτητα αναφορών.

«Σύμφωνα με το διάταγμα της 17ης του τρέχοντος μηνός, περί κατάργησης των τοίχων», όλα τα διαμερίσματα της πόλης μένουν δίχως τοίχους στο πρώτο όνειρο της συλλογής. Το πρώτο και κύριο μέλημα του ναζιστικού καθεστώτος ήταν να εξαλείψει τον ιδιωτικό χώρο του κάθε ατόμου οδηγώντας το στην «ερημία» εντός του δημόσιου χώρου. Όταν ο δημόσιος χώρος ταυτίζεται με τον ολοκληρωτισμό, το εγώ του ανθρώπου στραγγαλίζεται. Στα όνειρα των πολιτών του Τρίτου Ράιχ δεν στραγγαλίζεται μόνο το εγώ τους αλλά και η αίσθηση της χαράς. Μέσα σε μια θύελλα προπαγάνδας, οι ονειρευόμενοι αυτολογοκρίνονται μέσα στα ίδια τους τα όνειρα, δεν επιτρέπουν στον εαυτό τους να βιώσει το παραμικρό που θα τους έθετε σε κίνδυνο στην πραγματικότητα. Φτάνουν μάλιστα στο σημείο να αναλάβουν εκείνοι τον ρόλο του θύτη, ή να ονειρεύονται σε μια άλλη γλώσσα από τη δική τους, «έτσι ώστε να μην καταλαβαίνουν οι ίδιοι τον εαυτό τους».

Ο άνθρωπος που βάλλεται από την προπαγάνδα, παραπαίει ανάμεσα σε ένα «ναι» και σε ένα «όχι». Θα ήθελε να αντισταθεί, θα ήθελε να υψώσει το ανάστημά του, κι αυτό διαφαίνεται στα όνειρα πολλών. Παρόλ’ αυτά, η τάση του υπερεγώ να γίνει ήρωας βρίσκεται σε μια διαρκή σύγκρουση με την τάση του εγώ να χαρεί, όταν βλέπει, για παράδειγμα, τον Göring να τον επιδοκιμάζει στον ύπνο του. Έτσι, το αίσθημα της ικανοποίησης συγκρούεται διαρκώς με το αίσθημα της ντροπής, με αποτέλεσμα την πλήρη αίσθηση της ανημποριάς και την απώλεια της ταυτότητας των ατόμων. «Δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτα», ηχεί το οριστικό επιχείρημα στα όνειρα των περισσότερων. Αντίθετα, τα όνειρα εκείνων που δεν υποτάχθηκαν στο καθεστώς, τείνουν να είναι πολύ πιο θετικά, καθώς μέσα σε αυτά η δύναμη της βούλησης έχει υπερβεί τον φόβο της εξουσίας, καταργώντας έτσι την αδράνεια στην οποία αυτός απαρέγκλιτα οδηγεί.

Η Charlotte Beradt αφιερώνει δύο κεφάλαια της συλλογής της στον τομέα των επιθυμιών. Υπάρχουν εκείνες οι επιθυμίες που ονομάζει ανομολόγητες, εκείνες που στοχεύουν στην αποδοχή και τη συναίνεση. Με τα λόγια της ίδιας, «το όνειρό [του] δεν περιγράφει μόνο την αποδοχή των δεδομένων συνθηκών, αλλά και τις ψυχολογικές προϋποθέσεις που την τρέφουν, την προθυμία του ατόμου να εξαπατηθεί, την τάση του να κατασκευάζει άλλοθι». Χαρακτηριστικό παράδειγμα ενός τέτοιου ονείρου είναι η απλή φράση «Δε χρειάζεται πια να λέω πάντα “όχι”», που ένας άντρας θυμάται να λέει στον ύπνο του καθησυχάζοντας έτσι τον εαυτό του για την έλλειψη αντίστασης εκ μέρους του. Παρόμοιες, αλλά όχι ίδιες είναι οι «δεδηλωμένες» επιθυμίες με τις οποίες ασχολείται η συγγραφέας, και έχουνε να κάνουν με τη φανερή κλίση του ατόμου να συγχρονιστεί με την εξουσία, με την ελπίδα να ανήκει κάπου κι έτσι να του επιστραφεί η χαμένη του ταυτότητα.

Η συλλογή ονείρων της Charlotte Beradt συνοδεύεται από δύο επίμετρα εξαιρετικού ενδιαφέροντος: το πρώτο είναι του Γερμανού ιστορικού, Reinhard Koselleck, και το δεύτερο του Αμερικανού ψυχαναλυτή, Bruno Bettelheim. Και οι δύο, ο καθένας από τη σκοπιά του, προβαίνουν σε μια ανάλυση του έργου της Beradt εφιστώντας την προσοχή μας στη μοναδική του αξία. Αν ένα από τα πιο σημαντικά ερωτήματα φιλοσοφικού αλλά και κοινωνιολογικού ενδιαφέροντος είναι το πώς ένα ολόκληρο έθνος μπορεί να συμπορευτεί με ένα καθεστώς θεμελιωμένο πάνω στον τρόμο και τη βία, η συλλογή της Μπέραντ προσφέρει μία από τις πιο αξιοπρόσεκτες απαντήσεις. Σύμφωνα με τον Bettelheim, η επιτυχία όλων των ολοκληρωτικών καθεστώτων βασίζεται στο άγχος, που οδηγεί το ασυνείδητο να εμπιστεύεται την παντοδύναμη εξωτερική εξουσία. Κρίνοντας από τα όνειρα των ανθρώπων που έζησαν κάτω από ένα τέτοιο καθεστώς, πρόκειται για αυτό και για πολλά παραπάνω. Και είναι ακριβώς αυτή η γνώση που γίνεται κτήμα του αναγνώστη, που κάνει το βιβλίο της Charlotte Beradt τόσο σημαντικό.

Τα όνειρα στο Τρίτο Ράιχ, της Charlotte Beradt
Μετάφραση: Γιάννης Καλιφατίδης
Εκδόσεις Άγρα
σελ. 256

1
Μοιράσου το