Το Πάθος της Τζάνετ Γουίντερσον
Η γραφή της Γουίντερσον είναι μαγική. Ξετυλίγει μπροστά στους αναγνώστες ένα πολυεπίπεδο παραμύθι, γεμάτο παράδοξα, αμφισημίες και συμβολισμούς. Οι περιγραφές δεν είναι ποτέ ούτε πολύ ξεκάθαρες ούτε απόλυτα μυστηριώδεις. Φωτίζουν τα περιγραφόμενα, είτε πρόκειται για τόπους, συμβάντα ή πρόσωπα με ένα φως που δεν αποκαλύπτει τα πάντα αλλά δημιουργεί την εντύπωση της προοπτικής. Υπάρχει πάντα μία άλλη διάσταση πίσω από τις λέξεις κι έτσι το αληθινό συμπλέκεται με το μαγικό και αντίστροφα και η πραγματικότητα γίνεται αυτονόητα παραμυθένια χωρίς να χάνει την ρεαλιστική υφή της.
Το «Πάθος» είναι πρωτίστως ένα μυθιστόρημα ατμοσφαιρικό με μία «περιπλανώμενη σκοτεινότητα» που αποτραβάει τα κυριότερα συμβάντα στις σκιές. Στα σκοτεινά νερά της Βενετίας, οι ήρωες δέχονται και αποκρούουν το βάρος της τύχης στις σκιές των στενών της και στην παγωμένη ατμόσφαιρα των πολεμικών αντίσκηνων. Το ταλέντο της συγγραφέως έγκειται ακριβώς στο ότι μπορεί να αποδίδει την κίνηση της τύχης σχεδόν χειροπιαστά, σαν μία αύρα που δεν μπορεί μεν να αιχμαλωτιστεί, νιώθεις όμως να σ’ αγγίζει στο πέρασμά της και στο ότι προσδίδει μία υφή σχεδόν ηδονική στη μελαγχολία που ακολουθεί την αναίρεση των προσδοκιών. Ο αναγνώστης αντιλαμβάνεται την αναγκαιότητα της μη πλήρωσης, το πώς αυτή συντελεί στη συνεχιζόμενη κίνηση, στη μεταβολή των συνθηκών και του περιβάλλοντος και στον σχηματισμό των συναισθημάτων.
Τονίζεται άλλωστε το στοιχείο της μόνιμης μετατόπισης. Η αύρα της τύχης έχει την ιδιότητα «να αλλάζει» όσα αγγίζει κι έτσι τίποτα δεν είναι μόνιμα προσβάσιμο. Η πόλη παραμένει για πάντα άγνωστη, οι στιγμές που οι ήρωες νομίζουν πως μπορούν να περιηγηθούν σ’ αυτήν -σαν να είναι η δική τους οικεία πόλη-, είναι πάντα παροδικές σαν τη λάμψη ενός πυροτεχνήματος. Με τον ίδιο τρόπο, ο άλλος παραμένει πάντα άγνωστος και το ερωτικό συναίσθημα πάντα ανεκπλήρωτο στην ουσία του, χωρίς ωστόσο οι τυχόν δραματικές εξελίξεις να αποδίδονται με δραματικό τόνο.
Ωστόσο η «ντάμα πίκα» της Γουίντερσον, δηλαδή το δυνατότερο χαρτί της, είναι ο τρόπος της να μετατρέπει τις πιο τετριμμένες μεταφορές σε απόλυτα αληθοφανείς κυριολεξίες, προσδίδοντας με αυτό τον τρόπο σε αυτές νέα υφή και βάθος: η απεικόνιση του ερωτικού συναισθήματος με την δημοφιλέστατη φράση «μου έκλεψε την καρδιά», εκπληρώνεται στο Πάθος ως πραγματικό, πιθανό γεγονός… οι θρύλοι και τα παραμύθια φαίνεται να έχουν πραγματική επίδραση στις ζωές των ανθρώπων και οι βαρκάρηδες έχουν πόδια ψαριών… Κι όμως παρά τις παράδοξες εικόνες που προβάλλει, το μυθιστόρημα αυτό δεν «τοποθετείται» ποτέ μακριά από τον αναγνώστη, ή μακριά από την καθημερινή ζωή. Αντιθέτως, κατά την ανάγνωση του, αναγνωρίζουμε μέσα του (άλλοτε πρόθυμα και άλλοτε μελαγχολικά), τη μαγική υφή των σκέψεων και συναισθημάτων μας, καθώς και τις παραμυθένιες διαστάσεις που ενέχει πάντοτε η τύχη.