“You Can Fuck My Body Baby… But Please Don't Fuck My Mind”
Όλα ξεκίνησαν όταν ήμουν 15-16 χρονών, γύρω στο 2002 όπου και δούλευα ως DJ σε ένα μικρό ροκάδικο ονόματι “Rolling Stone” στη Νάουσα. Το συγκεκριμένο ροκάδικο δεν ήταν απλώς ένα στέκι, ήταν ένα μουσικό σχολείο. Σε αντίθεση με τα συνηθισμένα στέκια του είδους, εκεί μέσα όλοι μικροί & μεγάλοι διψούσαν για ψαγμένες και μη τετριμμένες μουσικές. Σε μια εποχή που το Internet δεν ήταν τόσο διαδομένο στην Ελλάδα, χωρίς youtube, spotify και τα συναφή, το να ανακαλύψεις καινούργια μουσική απαιτούσε σεβασμό και πολύωρες συζητήσεις με άλλους music enthusiasts. Έτσι λοιπόν ένα βράδυ κάποιος μου ζήτησε να του παίξω ένα κομμάτι από τους The Afghan Whigs. Η απάντηση μου ήταν, ότι πρώτη φορά ακούω το όνομα του συγκροτήματος και ότι δυστυχώς δεν έχω κάποιο δίσκο. Την επόμενη φορά που ήρθε στο μαγαζί, μου χάρισε ένα βινύλιο… στο εξώφυλλο ένας αστροναύτης… το album ονομαζόταν “1965”.
Τι να πρωτογράψει κανείς για αυτήν την μπάντα. Αρχικά υπήρχε το γκρουπ The Black Republicans με τους Greg Dulli, Rick McCollum και Steve Earle να αποτελούν τον βασικό κορμό τους, ενώ λίγο αργότερα προστίθεται ο μπασίστας John Curley και κάπως έτσι σχηματίστηκαν οι Afghan Whigs στο Cincinnati των Ηνωμένων Πολιτειών το 1986.
Η αλήθεια είναι ότι το πρώτο κομμάτι που ακούσαμε από αυτήν την μαγική μπάντα ήταν ένα απλό cover του “Psychedelic shack” των Temptations. Αργότερα αποκαλύφθηκε ότι η πρόθεση πίσω από τη δημιουργία των Afghan Whigs ήταν η μίξη των δικών τους εμπνεύσεων σε συνδυασμό με τον ήχο του Neil Young και των Temptation. Με την διάλυση των The Black Republicans ο Greg Dulli ξεκίνησε να γράφει υλικό για το ντεμπούτο album “Big Top Halloween”, το οποίο κυκλοφόρησε από ανεξάρτητο label που είχε ιδρύσει η ίδια η μπάντα ονόματι Ultrasuede to 1988.Ο δίσκος τράβηξε την προσοχή του Jonathan Poeman συνιδρυτή του indie label Sub Pop, ο οποίος τους προέτρεψε να υπογράψουν για ένα one-off single, το οποίο βέβαια κατέληξε σε full συμβόλαιο και οδήγησε στην κυκλοφορία του δεύτερου δίσκου “Up In It” σε συνεργασία με τον παραγωγό των Nirvana Jack Endino το 1990.
Σήμα κατατεθέν ήχος της μπάντας, η μίξη soul με psychedelic sprawl, punk και φυσικά grunge κάτι που φαίνεται πεντακάθαρα στο τρίτο album Congegration καθώς και στο EP Uptown Avondale τα οποία κυκλοφόρησαν το 1992. Η αναγνώριση δεν άργησε και το 1993 το συγκρότημα θα υπογράψει το πρώτο συμβόλαιο με μεγάλη δισκογραφική. Ο λόγος φυσικά για την ξακουστή Elektra Records η οποία κέρδισε την πολυπόθητη υπογραφή μετά από μάχη με άλλα θηρία του χώρου της μουσικής βιομηχανίας. Έτσι το 1993 ηχογραφήθηκε το album “Gentlemen” στα Ardent Studios, γνωστά για τις ηχογραφήσεις σε αυτά, μουσικών θηρίων όπως οι Led Zeppelin, οι ZZ Top, ο Bob Dylan και άλλοι.
Οι επιτυχίες για τους Afghan Whigs συνεχίστηκαν, το album “Gentlemen” απέσπασε καταπληκτικές κριτικές και κατατάχθηκε σε ένα από τα πιο αναγνωρισμένα albums της χρονιάς, με στίχους που σοκάρουν και ήχο grunge, που θα ζήλευαν ακόμα και οι ίδιοι οι Nirvana. Το album τελικά κατέληξε στην 17η θέση του “Pazz & Jop” poll της εφημερίδας “Village Voice” της Νέας Υόρκης και απέσπασε πολύ θετικές κριτικές σε έντυπα όπως το“Rolling Stone”.
Αμέσως μετά την περιοδεία τους για το “Gentlemen “ , οι συμμετοχές σε soundtracks ή και εμφανίσεις σε ταινίες όπως το “Beautiful Girls” δίνουν και παίρνουν. Αξίζει να αναφερθεί ότι ο Dulli εμφανίστηκε και στο ντεμπούτο album της μπάντας του άλλοτε drummer των Nirvana Dave Grohl, δηλαδή τους Foo Fighters. O ήχος που γίνεται πιο dark παραπέμποντας σε soundtracks ταινιών film noir, η αντικατάσταση του drummer από τον Paul Buchignani και η προσομοίωση του ήχου των live εμφανίσεων στις ηχογραφήσεις τους, οδήγησαν στη δημιουργία του “ Black Love ”. Ένα album του 1996, που κέρδισε την θέση 79 του Billboard Top 200 chart.
Κοντά στο 1998 η μπάντα περνάει σε μια περίοδο καμπής. Το Black Love θεωρείται μια εμπορική απογοήτευση ο Dulli περνάει περίοδο κατάθλιψης και το διαζύγιο με την Elektra Records είναι γεγονός. Φυσικά ένα συγκρότημα του μεγέθους των Afghan Whigs δεν θα μπορούσε να μείνει έτσι απλά εκτός δισκογραφίας. Η υπογραφή με την Sony/Columbia εξασφαλίζει την συνέχεια του έργου τους και την ηχογράφηση και κυκλοφορία του, προσωπικά αγαπημένου μου, album “1965”. Αν απορείτε για το όνομα “1965” παραπέμπει στη χρονιά την οποία γεννήθηκαν οι Dulli και Curley. Ο δίσκος αυτός είναι και ο τελευταίος τους και απέσπασε πολύ θετικά σχόλια και κριτικές. Η Soul και η Rock φλερτάρουν μεταξύ τους, σαν δύο ερωτευμένοι και συνδυάζονται με την συνταγή που μόνο οι Afghan Whigs ξέρουν να μαγειρεύουν. Την ανατριχιαστική και όμορφη πορεία τους έρχεται να ολοκληρώσει μια περιοδεία στο πλευρό των Aerosmith, ως opening act στις συναυλίες τους.
Το 2001 μια απλή ανακοίνωση στον τύπο κάνει λόγο για διάλυση της μπάντας. Οι δικαιολογίες δεν ήταν δικαιολογίες ήταν πρακτικά κολλήματα. Τα μέλη ζούσαν με τις οικογένειές τους μακριά ο ένας από τον άλλον καθιστώντας αδύνατη πλέον την σύνθεση νέου υλικού.
Σίγουρα άδοξο τέλος για μια μπάντα η οποία χάρισε μελωδίες που ανατριχιάζουν και στίχους που σου θυμίζουν τα πιο σκοτεινά και αρρωστημένα σου πάθη. Όμως τελικά μας επεφύλασσαν μια έκπληξη. Το 2006 το lineup του 1965 ηχογραφεί 2 νέα τραγούδια τα “I’m a soldier” και “Magazine” τα οποία κυκλοφόρησαν το 2007 στα ράφια των δισκοπωλείων από την Rhino Records. Η μεγαλύτερη έκπληξη έρχεται μερικά χρόνια αργότερα, και πιο συκεκριμένα στις 22 Μαϊου 2012 όπου και εμφανίζονται live στην εκπομπή Late Night With Jimmy Fallon για να ανακοινώσουν τη συναυλία τους στο Λονδίνο 5 μέρες αργότερα στις 27 Μαϊου. Τα λόγια για το τι έγινε στην συναυλία ίσως είναι περιττά, αφού η απόδοσή τους έφτασε το peak και οι πάντες κάνουν λόγο για wake up call των 90’s alternative μουσικών ηρώων. Μετά από αυτό οι Afghan Whigs συνεχίζουν με ορισμένες live εμφανίσεις και κυκλοφορίες νέων κομματιών που κυκλοφορούν ως δωρεάν downloads στην προσωπική τους ιστοσελίδα. Το μέλλον αβέβαιο και για αυτούς και για εμάς, τους fans τους, αφού εκεί που δεν το περιμένεις έρχονται για να σου θυμίσουν ότι όσο γερνάνε γίνονται καλύτεροι!